3,274,131
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0832.png Seite 832]] ἡ, das Zeigen, – a) der Beweis, Plat. Legg. XII, 966 b u. Sp. – b) das Sehenlassen, Pol. 3, 38, 5; bes. um sich bei Einem zu insinuiren, ἡ πρὸς Ἀλέξανδρον ἔνδ., Aesch. 3, 219. – c) die Anzeige, Anklage, Andoc. 1, 10, u. öfter bei Rednern; im Gesetz bei Dem. 24, 22, ἔνδ. ἔστω αὐτῶν πρὸς τοὺς θεσμοθέτας; nach den VLL., wo das Verbrechen ausgemacht ist, also nur eine Anzeige, um die gesetzliche Strafe eintreten zu lassen. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0832.png Seite 832]] ἡ, das Zeigen, – a) der Beweis, Plat. Legg. XII, 966 b u. Sp. – b) das Sehenlassen, Pol. 3, 38, 5; bes. um sich bei Einem zu insinuiren, ἡ πρὸς Ἀλέξανδρον ἔνδ., Aesch. 3, 219. – c) die Anzeige, Anklage, Andoc. 1, 10, u. öfter bei Rednern; im Gesetz bei Dem. 24, 22, ἔνδ. ἔστω αὐτῶν πρὸς τοὺς θεσμοθέτας; nach den VLL., wo das Verbrechen ausgemacht ist, also nur eine Anzeige, um die gesetzliche Strafe eintreten zu lassen. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> dénonciation ; poursuite <i>(en particul. pour usurpation de fonctions publiques)</i>;<br /><b>2</b> action de se faire valoir, de s'insinuer : [[πρός]] τινα auprès de qqn.<br />'''Étymologie:''' [[ἐνδείκνυμι]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔνδειξις''': -εως, ἡ [[δεῖξις]], [[ὑπόδειξις]], «δείξιμον», Πολύβ. 3. 38, 5. 2) ὡς Ἀττ. νομικὸς ὅρος, [[κατάθεσις]] καταγγελίας [[ἐναντίον]] τινός, ἔχοντος παρανόμως δημοσίαν ὑπηρεσίαν, «[[ἔνδειξις]]: [[εἶδος]] δίκης δημοσίας, ὑφ’ ἣν τοὺς ἐκ τῶν νόμων εἰργομένους τινῶν ἢ τόπων ἢ πράξεων, εἰ μὴ ἀπέχοιντο αὐτῶν, ὑπῆγον· πολλοὶ μὲν οὖν εἰσὶν λόγοι ἐνδείξεως, γνωριμώτατοι δὲ οἱ κατ’ Ἀριστογείτονος Δημοσθένους» Ἁρποκρ.· - «[[ἔνδειξις]]: [[φανέρωσις]] κατὰ τῶν ἀτίμων καὶ ποιούντων ἃ κωλύουσιν οἱ νόμοι· τῶν δὲ ἐνδείξεων εἰσέφερον εἰς τὸ [[δικαστήριον]] ἃς μὲν οἱ [[ἕνδεκα]], ἃς δὲ οἱ θεσμοθέται» Α. Β. 250, 10· πρβλ. Ρητορ. Λεξ. ἐν λέξει· ἢ φάσεις ἢ ἐνδείξεις ἢ ἀπαγωγαὶ Ἀνδοκ. π. Μυστ. 24, 1· [[εἶναι]] δὲ καὶ ἐνδείξεις καὶ ἀπαγωγὰς Δημ. 504, 24, κτλ.· πρβλ. [[ἐνδείκνυμι]] Ι. 2. ΙΙ. [[ἐπίδειξις]] εὐνοίας [[πρός]] τινα, [[ὑπὲρ]] τῆς εἰς Ἀλέξανδρον ἐνδείξεως Αἰσχίν. κατὰ Κτησιφ. 61. 7. | |lstext='''ἔνδειξις''': -εως, ἡ [[δεῖξις]], [[ὑπόδειξις]], «δείξιμον», Πολύβ. 3. 38, 5. 2) ὡς Ἀττ. νομικὸς ὅρος, [[κατάθεσις]] καταγγελίας [[ἐναντίον]] τινός, ἔχοντος παρανόμως δημοσίαν ὑπηρεσίαν, «[[ἔνδειξις]]: [[εἶδος]] δίκης δημοσίας, ὑφ’ ἣν τοὺς ἐκ τῶν νόμων εἰργομένους τινῶν ἢ τόπων ἢ πράξεων, εἰ μὴ ἀπέχοιντο αὐτῶν, ὑπῆγον· πολλοὶ μὲν οὖν εἰσὶν λόγοι ἐνδείξεως, γνωριμώτατοι δὲ οἱ κατ’ Ἀριστογείτονος Δημοσθένους» Ἁρποκρ.· - «[[ἔνδειξις]]: [[φανέρωσις]] κατὰ τῶν ἀτίμων καὶ ποιούντων ἃ κωλύουσιν οἱ νόμοι· τῶν δὲ ἐνδείξεων εἰσέφερον εἰς τὸ [[δικαστήριον]] ἃς μὲν οἱ [[ἕνδεκα]], ἃς δὲ οἱ θεσμοθέται» Α. Β. 250, 10· πρβλ. Ρητορ. Λεξ. ἐν λέξει· ἢ φάσεις ἢ ἐνδείξεις ἢ ἀπαγωγαὶ Ἀνδοκ. π. Μυστ. 24, 1· [[εἶναι]] δὲ καὶ ἐνδείξεις καὶ ἀπαγωγὰς Δημ. 504, 24, κτλ.· πρβλ. [[ἐνδείκνυμι]] Ι. 2. ΙΙ. [[ἐπίδειξις]] εὐνοίας [[πρός]] τινα, [[ὑπὲρ]] τῆς εἰς Ἀλέξανδρον ἐνδείξεως Αἰσχίν. κατὰ Κτησιφ. 61. 7. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR |