Anonymous

ἠμί: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "d’o" to "d'o")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1167.png Seite 1167]] = [[φημί]], sag' ich, inquam, nur bei lebhafter Wiederholung einer Rede im attischen Dialog gebräuchlich, παῖ; ἠμί, παῖ, Junge, sag' ich, Junge, Ar. Ran. 37 Nubb. 1129. Außer dieser ersten Person des praes. kommt nur noch vom impf. vor ἦν, immer in der Vrbdg ἦν δ' ἐγώ, sagte ich, Plat. Rep. I, 327 c 328 a u. öfter, u. ἦ, sagte er, bei Hom. immer nach einer angeführten directen Rede, den Übergang zu der unmittelbar folgenden Handlung machend, welche durch [[καί]] oder dgl. angeknüpft wird, ἦ, καὶ ἐπ' ἀργυρέῃ κώπῃ σχέθε χεῖρα, Il. 1, 219. 528. 3, 292 u. öfter; auch ἦ ῥα, sprach's also, 3, 355. 447; auch mit Wiederholung des Subjects, ἦ ῥα γυνὴ [[ταμίη]], 6, 390. S. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 95. Im attischen Dialog immer nur in der Vrbdg ἦ δ' ὅς, sagte er, Cratin. bei Ath. III, 94 f Plat. Rep. I, 327 e, öfter, und ἦ δ' ἥ, Conv. 205 c; mit Wiederholung des Subjects, ἦ δ' ὃς ὁ [[Σωκράτης]] Phaed. 70 b, ἦ δ' ὃς ὁ Γλαύκων Rep. I, 327 b, Charm. 161 c u. öfter; ἦ δ' ὃς λέγων Ar. Vesp. 795; nachgeahmt von Sp., wie Luc. u. Philostr. – Das Wort ist keine Abkürzung von [[φημί]], φῆν (ἔφην), φῆ (ἔφη), sondern ganz anderes Stammes, verwandt mit dem Lat. ajo, während [[φημί]] mit fari zusammenhängt; s. Curtius Grundz. d. Gr. Et. 2. Aufl. S. 356. 267.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1167.png Seite 1167]] = [[φημί]], sag' ich, inquam, nur bei lebhafter Wiederholung einer Rede im attischen Dialog gebräuchlich, παῖ; ἠμί, παῖ, Junge, sag' ich, Junge, Ar. Ran. 37 Nubb. 1129. Außer dieser ersten Person des praes. kommt nur noch vom impf. vor ἦν, immer in der Vrbdg ἦν δ' ἐγώ, sagte ich, Plat. Rep. I, 327 c 328 a u. öfter, u. ἦ, sagte er, bei Hom. immer nach einer angeführten directen Rede, den Übergang zu der unmittelbar folgenden Handlung machend, welche durch [[καί]] oder dgl. angeknüpft wird, ἦ, καὶ ἐπ' ἀργυρέῃ κώπῃ σχέθε χεῖρα, Il. 1, 219. 528. 3, 292 u. öfter; auch ἦ ῥα, sprach's also, 3, 355. 447; auch mit Wiederholung des Subjects, ἦ ῥα γυνὴ [[ταμίη]], 6, 390. S. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 95. Im attischen Dialog immer nur in der Vrbdg ἦ δ' ὅς, sagte er, Cratin. bei Ath. III, 94 f Plat. Rep. I, 327 e, öfter, und ἦ δ' ἥ, Conv. 205 c; mit Wiederholung des Subjects, ἦ δ' ὃς ὁ [[Σωκράτης]] Phaed. 70 b, ἦ δ' ὃς ὁ Γλαύκων Rep. I, 327 b, Charm. 161 c u. öfter; ἦ δ' ὃς λέγων Ar. Vesp. 795; nachgeahmt von Sp., wie Luc. u. Philostr. – Das Wort ist keine Abkürzung von [[φημί]], φῆν (ἔφην), φῆ (ἔφη), sondern ganz anderes Stammes, verwandt mit dem Lat. ajo, während [[φημί]] mit fari zusammenhängt; s. Curtius Grundz. d. Gr. Et. 2. Aufl. S. 356. 267.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. et impf.</i><br />dire, <i>d'ord. en parenthèse</i>, [[ἦν]] δ’ [[ἐγώ]] dis-je ; ἦ, dit-il ; ἦ δ’ [[ὅς]] AR, ἦ δ’ ἥ PLAT dit-il, dit-elle ; ἦ δ’ ὃς ὁ [[Σωκράτης]] PLAT et, dit Socrate.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>lat.</i> aio.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἠμί''': (ἴδε ἐν τέλ.) [[λέγω]], Λατ. inquam, τό α΄ πρόσ. τοῦ ἐνεστ. ἐν χρήσει ἐν τῷ Ἀττ. διαλόγῳ [[ὁπόταν]] ἐπαναλαμβάνηταί τι μετ’ ἐμφάσεως, παῖ ἠμί, παῖ Ἀριστοφ. Νεφ. 1145, Βατρ. 37· ἄλλως μόνον ἐν τῷ γ΄ ἑν. ἦσι, Σαπφὼ 97, ἠσί, Ἕρμιππ. Ἀθ. 6· Δωρ. ἠτὶ Ἀλκμάν 139. ΙΙ. παρατ. ἦν, γ΄ ἑνικ. ἦ (ὁ [[μόνος]] [[τύπος]] ὃν ἔχει ὁ Ὅμ., ἰδίως ἐν τῇ Ἰλ., ἀείποτε ἐν τέλει τῶν λόγων τινός, [[ὅπως]] μεταβῇ εἰς ἑτέραν πρᾶξιν), ἦ, καί ἐπ’ ἀργυρἐῃ κώπῃ σχέθε χεῖρα, εἶπε, καί.., Ἰλ. Α. 219, κτλ.· ἦ ῥα, καί [[ἀμπεπαλών]] προΐει… [[ἔγχος]] Γ. 355, κτλ.· σπαν. μετά τοῦ ὑποκειμ., ἦ ῥα [[γυνή]] [[ταμίη]] Ζ. 390· - παρ’ Ἀττ. ὁ παρατ. [[οὗτος]] [[εἶναι]] [[συχνός]] ἐν ταῖς φράσεσιν: ἦν δ’ ἐγώ, [[εἶπον]] ἐγώ, Πλάτ. Πολιτ. 327C, κλ., ἦ δ’ ὅς, εἶπεν [[ἐκεῖνος]], Κρατῖν. Πυτ. 15, Ἀριστοφ. Σφηξ. 795, Πλάτ. κλ.· ἦ δ’ ἣ ὁ αὐτ. Συμπ. 205C· ἐν χρήσει [[ὅπως]] εἰσαγάγῃ τούς λόγους τοῦ λαλοῦντος, και τίθεται μετά τὰς πρώτας λέξεις, ὡς τὸ Λατ. inquam, inquit· - [[ὡσαύτως]] ἐπαναλαμβανομένου τοῦ ὑποκειμένου, ἦ δ’ ὃς ὁ Γλαύκων Πλάτ. Πολιτ. 327Β, κτλ. (Ἡ [[λέξις]] δὲν ἔχει σχέσιν πρὸς τὸ [[φημί]], [[διότι]] ἡ [[ῥίζα]] εὕρηται ἐν τῇ Σανσκρ. âh-a (inquit), Λατ. aio, ad-agium· ἴδε Curt. Gr. Et. ἀρ. 611.)
|lstext='''ἠμί''': (ἴδε ἐν τέλ.) [[λέγω]], Λατ. inquam, τό α΄ πρόσ. τοῦ ἐνεστ. ἐν χρήσει ἐν τῷ Ἀττ. διαλόγῳ [[ὁπόταν]] ἐπαναλαμβάνηταί τι μετ’ ἐμφάσεως, παῖ ἠμί, παῖ Ἀριστοφ. Νεφ. 1145, Βατρ. 37· ἄλλως μόνον ἐν τῷ γ΄ ἑν. ἦσι, Σαπφὼ 97, ἠσί, Ἕρμιππ. Ἀθ. 6· Δωρ. ἠτὶ Ἀλκμάν 139. ΙΙ. παρατ. ἦν, γ΄ ἑνικ. ἦ (ὁ [[μόνος]] [[τύπος]] ὃν ἔχει ὁ Ὅμ., ἰδίως ἐν τῇ Ἰλ., ἀείποτε ἐν τέλει τῶν λόγων τινός, [[ὅπως]] μεταβῇ εἰς ἑτέραν πρᾶξιν), ἦ, καί ἐπ’ ἀργυρἐῃ κώπῃ σχέθε χεῖρα, εἶπε, καί.., Ἰλ. Α. 219, κτλ.· ἦ ῥα, καί [[ἀμπεπαλών]] προΐει… [[ἔγχος]] Γ. 355, κτλ.· σπαν. μετά τοῦ ὑποκειμ., ἦ ῥα [[γυνή]] [[ταμίη]] Ζ. 390· - παρ’ Ἀττ. ὁ παρατ. [[οὗτος]] [[εἶναι]] [[συχνός]] ἐν ταῖς φράσεσιν: ἦν δ’ ἐγώ, [[εἶπον]] ἐγώ, Πλάτ. Πολιτ. 327C, κλ., ἦ δ’ ὅς, εἶπεν [[ἐκεῖνος]], Κρατῖν. Πυτ. 15, Ἀριστοφ. Σφηξ. 795, Πλάτ. κλ.· ἦ δ’ ἣ ὁ αὐτ. Συμπ. 205C· ἐν χρήσει [[ὅπως]] εἰσαγάγῃ τούς λόγους τοῦ λαλοῦντος, και τίθεται μετά τὰς πρώτας λέξεις, ὡς τὸ Λατ. inquam, inquit· - [[ὡσαύτως]] ἐπαναλαμβανομένου τοῦ ὑποκειμένου, ἦ δ’ ὃς ὁ Γλαύκων Πλάτ. Πολιτ. 327Β, κτλ. (Ἡ [[λέξις]] δὲν ἔχει σχέσιν πρὸς τὸ [[φημί]], [[διότι]] ἡ [[ῥίζα]] εὕρηται ἐν τῇ Σανσκρ. âh-a (inquit), Λατ. aio, ad-agium· ἴδε Curt. Gr. Et. ἀρ. 611.)
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. et impf.</i><br />dire, <i>d'ord. en parenthèse</i>, [[ἦν]] δ’ [[ἐγώ]] dis-je ; ἦ, dit-il ; ἦ δ’ [[ὅς]] AR, ἦ δ’ ἥ PLAT dit-il, dit-elle ; ἦ δ’ ὃς ὁ [[Σωκράτης]] PLAT et, dit Socrate.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>lat.</i> aio.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth