Anonymous

ἵδρυσις: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}]+), ([\p{Cyrillic}]+):" to "$1 $2, $3:")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1239.png Seite 1239]] ἡ, das Gründen, Aufrichten, bes. von Tempeln u. Götterbildern, ἱερῶν Plat. Rep. IV, 427 b, ἱδρύσεις ὑπισχνεῖσθαι θεοῖς καὶ δαίμοσι Legg. X, 909 e; ξοάνων D. Hal. 2, 18, a. Sp.; – der Sitz, ζητήσαντες [[ἕκαστος]] ἵδρυσιν αὑτῷ Strab. VIII, 383; Plut. [Crinag. 7 (VI, 253) braucht υ kurz.]
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1239.png Seite 1239]] ἡ, das Gründen, Aufrichten, bes. von Tempeln u. Götterbildern, ἱερῶν Plat. Rep. IV, 427 b, ἱδρύσεις ὑπισχνεῖσθαι θεοῖς καὶ δαίμοσι Legg. X, 909 e; ξοάνων D. Hal. 2, 18, a. Sp.; – der Sitz, ζητήσαντες [[ἕκαστος]] ἵδρυσιν αὑτῷ Strab. VIII, 383; Plut. [Crinag. 7 (VI, 253) braucht υ kurz.]
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>I.</b> action de fonder, de bâtir;<br /><b>II. 1</b> assiette, consistance;<br /><b>2</b> monument fondé ; demeure, résidence.<br />'''Étymologie:''' [[ἱδρύω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἵδρῡσις''': -εως, ἡ, τὸ ἱδρύειν, ἀνεγείρειν, κτίζειν, ἰδίως ναούς, Πλάτ. Πολ. 427B, Νόμ. 909E. [[ἵδρυσις]] ξοάνων, τοποθέτησις, [[ἐγκαίνια]] εἰδώλων, Διον. Ἁλ. 2. 18.· [[ἵδρυσις]] πόλεως Πλουτ. Ρωμ. 9. 2) Ἑρμέω ἱδρύσιες, ἀγάλματα Ἑρμοῦ, Ἀνθ. Π. 6. 253. ΙΙ. [[διαμονή]], [[κατοικία]], Στράβ. 383, Πλούτ. 2. 408A· μεταφ., οὐκ ἔχειν ἵδρυσιν [[αὐτόθι]] 651D, κτλ. ῠ μόνον παρὰ μεταγεν. ποιηταῖς, Ἰακωψίου Ἀνθ. Π. σ. 242.
|lstext='''ἵδρῡσις''': -εως, ἡ, τὸ ἱδρύειν, ἀνεγείρειν, κτίζειν, ἰδίως ναούς, Πλάτ. Πολ. 427B, Νόμ. 909E. [[ἵδρυσις]] ξοάνων, τοποθέτησις, [[ἐγκαίνια]] εἰδώλων, Διον. Ἁλ. 2. 18.· [[ἵδρυσις]] πόλεως Πλουτ. Ρωμ. 9. 2) Ἑρμέω ἱδρύσιες, ἀγάλματα Ἑρμοῦ, Ἀνθ. Π. 6. 253. ΙΙ. [[διαμονή]], [[κατοικία]], Στράβ. 383, Πλούτ. 2. 408A· μεταφ., οὐκ ἔχειν ἵδρυσιν [[αὐτόθι]] 651D, κτλ. ῠ μόνον παρὰ μεταγεν. ποιηταῖς, Ἰακωψίου Ἀνθ. Π. σ. 242.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>I.</b> action de fonder, de bâtir;<br /><b>II. 1</b> assiette, consistance;<br /><b>2</b> monument fondé ; demeure, résidence.<br />'''Étymologie:''' [[ἱδρύω]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm