3,277,121
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
(10 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ypologos | |Transliteration C=ypologos | ||
|Beta Code=u(po/logos | |Beta Code=u(po/logos | ||
|Definition= | |Definition=ὑπόλογον,<br><span class="bld">A</span> [[held accountable]] or [[held liable]], Tab.Heracl.1.138, dub. in Lys.30.15. Adv. [[ὑπολόγως]] = [[responsibly]], [[as a responsible person]], ὀμνύω ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''87.14 (iv A. D.).<br><span class="bld">2</span> [[reckoned to one's account]], either to one's credit or against one, <b class="b3">οὐδέν σοι ὑ. τίθεμαι ἐάν</b> . . [[Plato|Pl.]]''[[Protagoras|Prt.]]''349c, cf. D.36.48; οὐδὲ ἀδίκως τούτοις φημὶ ἂν εἶναι ὑ. τὴν ἐκείνων φυγήν Lys. 28.13; μηδὲν τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν ὑ. ποιούμενος Pl.''La.''189b.ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[a taking into account]], [[reckoning]], [[account]], μηδένα ὑ. ποιεῖσθαί τινος D. 25.66; ἐν ὑπολόγῳ τὰς προκλήσεις ποιεῖσθαι Lys.4.18; <b class="b3">οὐχ ὑ. ποιεῖσθαί τινί τινος</b> to give him no [[credit for]]... Din.1.14; εἰς ὑ. λαμβάνειν τι Ath.4.145f; οὐδεὶς ὑ. γίγνεταί τινι Din.''Fr.''6.12; <b class="b3">μὴ ἔστω ὑπόλογος τῇ πόλει τοῦτο τὸ ἀργύριον</b> the city shall not take [[credit for]] this money, ''IG''12(7).67 ''B''14 (Amorgos, iv/iii B. C.).<br><span class="bld">2</span> [[deduction]], <b class="b3">μηθένα ὑπόλογον ποιούμενος ἀβρόχου</b> taking no [[account of]], i.e. making no [[deduction]] for . ., PHib.1.85.24 (iii B. C.).<br><span class="bld">3</span> [[what is deducted]], in gen. sg. [[ὑπολόγου]], [[subtract]], [[minus]], Wilcken ''Chr.''385.36 (iii B. C.); <b class="b3">ἀπὸ τῆς ἀναφερομένης . . ἐν ὑπολόγῳ γῆς</b>, i.e. [[unproductive]] [[land]], the rent which it ought to have produced being [[deduct]]ed from the [[general]] [[revenue]], ''PTeb.''10.4, al. (ii B. C.); <b class="b3">ὑπόλογος κουρεῖ</b> [[deduction]] for [[barber]], ''PCair.Zen.'' 176.219 (iii B. C.), cf. 320.6 (iii B. C.); <b class="b3">ἀνυπόλογα παντὸς ὑπολόγου</b> free from any [[deduction]], ib.371.7 (iii B. C.).<br><span class="bld">II</span> the converse of [[πρόλογος]], the [[consequent]] in a [[ratio]] in which the former [[number]] is the [[small]]er, as 5 in 3/5, Nicom.''Ar.''1.19, Dam.''Pr.''374; but simply the [[second-named term in a ratio]], Mich. ''in EN''16.14. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />ce | |btext=ος, ον :<br />ce qu'on prend en [[considération]] ([[charge]], [[grief]], <i>ou au contr.</i> circonstance atténuante).<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[λόγος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπόλογος:'''<br /><b class="num">1</b> [[принимаемый в расчет]]: [[μηδέν]] τι ὑπόλογον ποιούμενος Plat. не обращая внимания на что-л.;<br /><b class="num">2</b> [[вменяемый в заслугу]] или [[вменяемый в вину]]: οὐκ [[ἀδίκως]] τούτοις φημὶ ἂν εἶναι ὑπόλογον τὴν ἐκείνων φυγήν Lys. я утверждаю, что по справедливости изгнание (их) нужно поставить им в заслугу; ὑπόλογον τίθεσθαί τινί τι Plat. вменять что-л. кому-л. в вину.<br /><b class="num">I</b> ὁ [[расчет]], [[соображение]]: ἐν ὑπολόγῳ ποιεῖσθαί τι Lys. или ὑπόλογόν τινος ποιεῖσθαι Dem. принимать что-л. во внимание. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 20: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο / [[ὑπόλογος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που [[είναι]] υποχρεωμένος να δώσει λόγο για [[κάτι]], [[υπεύθυνος]] σε [[κάτι]] ή για [[κάτι]], [[υπαίτιος]] (α. «[[είναι]] [[υπόλογος]] ενώπιον του έθνους» β.«[[μηδέν]] τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν ὑπόλογον ποιούμενον», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. και θηλ. ως ουσ.</b> <i>ο</i>, η [[υπόλογος]]<br /><b>(νομ.)</b> [[κάθε]] [[πρόσωπο]] υπόχρεο σε [[λογοδοσία]] για πράξεις και παραλείψεις του σχετικές με τη [[διεκπεραίωση]] έργου ή υπόθεσης που του έχει ανατεθεί<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[δημόσιος]] [[υπόλογος]]»<br /><b>(νομ.)</b> [[κάθε]] [[πρόσωπο]] που διαχειρίζεται, βάσει νόμου, χρήματα ή πράγματα του κράτους ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο καταχωρισμένος στον λογαριασμό κάποιου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[οὐδέν]] σοι ὑπόλογον τίθεμαι» — δεν σέ [[θεωρώ]] υπεύθυνο για [[κάτι]], δεν θα σού ζητήσω να δώσεις λόγο για [[τίποτε]] (<b>Πλάτ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑπολόγως</i> Α<br />με υπεύθυνο τρόπο ή όπως [[ένας]] [[υπεύθυνος]] [[άνθρωπος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>λογος</i> ( | |mltxt=-η, -ο / [[ὑπόλογος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που [[είναι]] υποχρεωμένος να δώσει λόγο για [[κάτι]], [[υπεύθυνος]] σε [[κάτι]] ή για [[κάτι]], [[υπαίτιος]] (α. «[[είναι]] [[υπόλογος]] ενώπιον του έθνους» β.«[[μηδέν]] τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν ὑπόλογον ποιούμενον», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. και θηλ. ως ουσ.</b> <i>ο</i>, η [[υπόλογος]]<br /><b>(νομ.)</b> [[κάθε]] [[πρόσωπο]] υπόχρεο σε [[λογοδοσία]] για πράξεις και παραλείψεις του σχετικές με τη [[διεκπεραίωση]] έργου ή υπόθεσης που του έχει ανατεθεί<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[δημόσιος]] [[υπόλογος]]»<br /><b>(νομ.)</b> [[κάθε]] [[πρόσωπο]] που διαχειρίζεται, βάσει νόμου, χρήματα ή πράγματα του κράτους ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο καταχωρισμένος στον λογαριασμό κάποιου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[οὐδέν]] σοι ὑπόλογον τίθεμαι» — δεν σέ [[θεωρώ]] υπεύθυνο για [[κάτι]], δεν θα σού ζητήσω να δώσεις λόγο για [[τίποτε]] (<b>Πλάτ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑπολόγως</i> Α<br />με υπεύθυνο τρόπο ή όπως [[ένας]] [[υπεύθυνος]] [[άνθρωπος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>λογος</i> ([[πρβλ]]. [[παράλογος]])].<br />ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που λαμβάνει [[κάτι]] υπ' όψιν του<br /><b>2.</b> [[συμπέρασμα]], [[πόρισμα]]<br /><b>3.</b> αυτό που αφαιρέθηκε<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> (σχετικά με λόγο, με [[κλάσμα]]) αυτός στον οποίο ο [[πρώτος]] όρος, ο [[αριθμητής]], [[είναι]] [[μικρότερος]] του δευτέρου, του παρονομαστή, λ.χ. 3/5<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «ἐν ὑπολόγῳ ποιοῦμαί τι» — [[λαμβάνω]] [[κάτι]] υπ' όψιν <b>(Λυσ.)</b>·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>λογος</i> ([[πρβλ]]. [[κατάλογος]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑπόλογος:''' ὁ, [[υπολογισμός]], [[λογαριασμός]], [[εκτίμηση]], <i>ὑπόλογον ποιεῖσθαί τινος</i>, Λατ. rationem habere [[rei]], σε Δημ.· <i>ἐν ὑπολόγῳ ποιεῖσθαί τι</i>, σε Λυσ.<br /><b class="num">• [[ὑπόλογος]]:</b> -ον, υποχρεωμένος να δίνει λογαριασμό ή [[υπεύθυνος]], σε Δημ.· <i>ὑπόλογον ποιεῖσθαι</i>, [[θεωρώ]] κάποιον υπεύθυνο, σε Πλάτ.· [[οὐδέν]] σοι ὑπόλογον τίθεμαι, δεν [[καταλογίζω]] [[τίποτα]] [[εναντίον]] [[σου]], δεν σε [[θεωρώ]] υπεύθυνο για [[τίποτα]], στον ίδ. | |lsmtext='''ὑπόλογος:''' ὁ, [[υπολογισμός]], [[λογαριασμός]], [[εκτίμηση]], <i>ὑπόλογον ποιεῖσθαί τινος</i>, Λατ. rationem habere [[rei]], σε Δημ.· <i>ἐν ὑπολόγῳ ποιεῖσθαί τι</i>, σε Λυσ.<br /><b class="num">• [[ὑπόλογος]]:</b> -ον, υποχρεωμένος να δίνει λογαριασμό ή [[υπεύθυνος]], σε Δημ.· <i>ὑπόλογον ποιεῖσθαι</i>, [[θεωρώ]] κάποιον υπεύθυνο, σε Πλάτ.· [[οὐδέν]] σοι ὑπόλογον τίθεμαι, δεν [[καταλογίζω]] [[τίποτα]] [[εναντίον]] [[σου]], δεν σε [[θεωρώ]] υπεύθυνο για [[τίποτα]], στον ίδ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |