Anonymous

ὑπόδικος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1215.png Seite 1215]] verklagt, schuldig, τινός, Aesch. Eum. 252 [[ὑπόδικος]] θέλει [[γενέσθαι]] χερῶν, er will sich Recht sprechen lassen; dem [[ὑπεύθυνος]] entsprechend, Andoc. 4, 31; Lys. 10, 9; τῆς κακώσεως Is. 8, 33; ψευδομαρτυριῶν ὑπόδικον ποιεῖν τινα Dem. 29, 16; τῆς ἐγγύης 33, 29; [[ὑπόδικος]] τῷ παθόντι ἔστω 2, 10 im Gesetz; τῶν [[διπλασίων]] [[ὑπόδικος]] ἔστω τῷ βλαφθέντι Plat. Legg. VIII, 846 b; [[ὑπόδικος]] ἀσεβείας γενέσθω τῷ ἐθέλοντι 868 d, u. sonst, wie Sp., z. B. Luc. Phalar. 2, 13.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1215.png Seite 1215]] verklagt, schuldig, τινός, Aesch. Eum. 252 [[ὑπόδικος]] θέλει [[γενέσθαι]] χερῶν, er will sich Recht sprechen lassen; dem [[ὑπεύθυνος]] entsprechend, Andoc. 4, 31; Lys. 10, 9; τῆς κακώσεως Is. 8, 33; ψευδομαρτυριῶν ὑπόδικον ποιεῖν τινα Dem. 29, 16; τῆς ἐγγύης 33, 29; [[ὑπόδικος]] τῷ παθόντι ἔστω 2, 10 im Gesetz; τῶν [[διπλασίων]] [[ὑπόδικος]] ἔστω τῷ βλαφθέντι Plat. Legg. VIII, 846 b; [[ὑπόδικος]] ἀσεβείας γενέσθω τῷ ἐθέλοντι 868 d, u. sonst, wie Sp., z. B. Luc. Phalar. 2, 13.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui peut être cité en justice, responsable : [[ὑπόδικος]] χερῶν ESCHL accusé de violence.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[δίκη]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπόδῐκος''': -ον, ([[δίκη]]) ὁ ὑπὸ δίκην διατελῶν ἢ ὑποκείμενος εἰς δίκην, Λυσίας 117. 3, Πλάτ. Νόμ. 954Α, κ. ἀλλ.· οὐχ ὑπόδικα [ἐστὶ] τὰ εἰκότα, δὲν ὑπόκεινται εἰς δίκην, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15, 17· ― τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], ὑπ. γενέσθαι χερῶν Αἰσχύλ. Εὐμ. 260· ἀνδραποδισμοῦ Πλάτ. Νόμ. 879Α· οὐδενὸς τούτων Ἀνδοκ. 33· 13· τῆς κακώσεως Ἰσαῖος 72. 22· φόνου Δημ. 1264. 19· ― τὸ παθὸν [[πρόσωπον]] κατὰ δοτ., ὑπ. τῷ παθόντι ὁ αὐτ. 518. 3· ὑπ. τῷ ἐθέλοντι τιμωρεῖν γιγνέσθω Πλάτ. Νόμ. 871Β· τῶν [[διπλασίων]] ὑπ. ἔστω τῷ βλαφθέντι, ἂς ὑπόκειται εἰς ζημίαν διπλασίαν τῆς συμβάσης εἰς τὸν παθόντα τὴν βλάβην, [[αὐτόθι]] 846Β· ὑπ. ἀσεβείας γιγνέσθω τῷ ἐθέλοντι [[αὐτόθι]] 868D, πρβλ. 932D.
|lstext='''ὑπόδῐκος''': -ον, ([[δίκη]]) ὁ ὑπὸ δίκην διατελῶν ἢ ὑποκείμενος εἰς δίκην, Λυσίας 117. 3, Πλάτ. Νόμ. 954Α, κ. ἀλλ.· οὐχ ὑπόδικα [ἐστὶ] τὰ εἰκότα, δὲν ὑπόκεινται εἰς δίκην, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15, 17· ― τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], ὑπ. γενέσθαι χερῶν Αἰσχύλ. Εὐμ. 260· ἀνδραποδισμοῦ Πλάτ. Νόμ. 879Α· οὐδενὸς τούτων Ἀνδοκ. 33· 13· τῆς κακώσεως Ἰσαῖος 72. 22· φόνου Δημ. 1264. 19· ― τὸ παθὸν [[πρόσωπον]] κατὰ δοτ., ὑπ. τῷ παθόντι ὁ αὐτ. 518. 3· ὑπ. τῷ ἐθέλοντι τιμωρεῖν γιγνέσθω Πλάτ. Νόμ. 871Β· τῶν [[διπλασίων]] ὑπ. ἔστω τῷ βλαφθέντι, ἂς ὑπόκειται εἰς ζημίαν διπλασίαν τῆς συμβάσης εἰς τὸν παθόντα τὴν βλάβην, [[αὐτόθι]] 846Β· ὑπ. ἀσεβείας γιγνέσθω τῷ ἐθέλοντι [[αὐτόθι]] 868D, πρβλ. 932D.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui peut être cité en justice, responsable : [[ὑπόδικος]] χερῶν ESCHL accusé de violence.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[δίκη]].
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR