Anonymous

δυσφημία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> parole de mauvais augure;<br /><b>2</b> blasphème.<br />'''Étymologie:''' [[δύσφημος]].
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> parole de mauvais augure;<br /><b>2</b> blasphème.<br />'''Étymologie:''' [[δύσφημος]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δυσφημία''': ἡ, φῆμαι κακαί, ἰδίως λέξεις δυσοιώνιστοι, κατεῖχε… πᾶν [[στρατόπεδον]] δυσφημίαις Σοφ. Φ. 10. ΙΙ. [[βλασφημία]], [[κακολογία]], Διον. Ἁλ. 6. 48, Πλούτ. 2. 587F, κτλ. ΙΙΙ. κακὴ [[φήμη]], [[δύσκλεια]], Σοφ. Ἀποσπ. 185, ἐν τῷ πληθ.
|elnltext=δυσφημία -ας, ἡ [δύσφημος] woorden die een slecht voorteken zijn, van slechte voorbetekenis. kwaadsprekerij, laster.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσφημία:''' ἡ преимущ. pl.<br /><b class="num">1)</b> [[зловещие слова]], [[проклятия]] (κατέχειν [[πᾶν]] [[στρατόπεδον]] δυσφημίαις Soph.; λοιδορίαι τὸ [[πρῶτον]], [[εἶτα]] δυσφημίαι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[поношение]]: дурная слава (δυσφημίας ἔχειν τινός Soph.);<br /><b class="num">3)</b> [[порицание]], [[хула]] (δυσφημίαι καὶ εὐφημίαι NT).
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 34: Line 37:
|lsmtext='''δυσφημία:''' ἡ, κακές φήμες, απαισιόδοξες (όχι αίσιες) λέξεις, χρησμοί, σε Σοφ.
|lsmtext='''δυσφημία:''' ἡ, κακές φήμες, απαισιόδοξες (όχι αίσιες) λέξεις, χρησμοί, σε Σοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δυσφημία:''' ἡ преимущ. pl.<br /><b class="num">1)</b> [[зловещие слова]], [[проклятия]] (κατέχειν [[πᾶν]] [[στρατόπεδον]] δυσφημίαις Soph.; λοιδορίαι τὸ [[πρῶτον]], [[εἶτα]] δυσφημίαι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[поношение]]: дурная слава (δυσφημίας ἔχειν τινός Soph.);<br /><b class="num">3)</b> [[порицание]], [[хула]] (δυσφημίαι καὶ εὐφημίαι NT).
|lstext='''δυσφημία''': ἡ, φῆμαι κακαί, ἰδίως λέξεις δυσοιώνιστοι, κατεῖχε… πᾶν [[στρατόπεδον]] δυσφημίαις Σοφ. Φ. 10. ΙΙ. [[βλασφημία]], [[κακολογία]], Διον. Ἁλ. 6. 48, Πλούτ. 2. 587F, κτλ. ΙΙΙ. κακὴ [[φήμη]], [[δύσκλεια]], Σοφ. Ἀποσπ. 185, ἐν τῷ πληθ.
}}
{{elnl
|elnltext=δυσφημία -ας, ἡ [δύσφημος] woorden die een slecht voorteken zijn, van slechte voorbetekenis. kwaadsprekerij, laster.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj