Anonymous

πέντε: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=([[οἱ]], [[αἱ]], [[τά]])<br /><i>numéral indécl.</i><br />cinq.<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> quinque, cf. [[πέπτω]]|coquo, [[ἵππος]]|equus, [[ἕπομαι]]|sequor.
|btext=([[οἱ]], [[αἱ]], [[τά]])<br /><i>numéral indécl.</i><br />cinq.<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> quinque, cf. [[πέπτω]]|coquo, [[ἵππος]]|equus, [[ἕπομαι]]|sequor.
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πέντε''': Αἰολ. [[πέμπε]], οἱ, αἱ, τά, ἄκλ. ἀριθμ., Ὅμ. κλ.· τὰ [[πέντε]] κρατεῖν, δηλ. τὸ [[πένταθλον]], Σιμωνίδ. 158. Ἐν συνθέσει ὁ [[γνήσιος]] Ἀττ. [[τύπος]] [[εἶναι]] [[πέντε]]-, [[ὅπερ]] [[ὅμως]] σχεδὸν [[πανταχοῦ]] μετεβλήθη ὑπὸ τῶν Ἀντιγραφέων εἰς τὸ μεταγεν. πεντα-, Piers. εἰς Μοῖριν 321, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 413, Ἕρμανν. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 755 (759). (Ὁ ἐξ ἀρχῆς Ἑλλην. [[τύπος]] φαίνεται ὅτι ἦτο τὸ Αἰολ. [[πέμπε]], [[ὅθεν]] πέμπτος, πεμπάς, πεμπάζω· πρβλ. Σανσκρ. καὶ Ζενδ. pank-an· Λατ. quinqu-e, quin(c)-tus, (πρβλ. ἵππος eq-uus, ἕπομαι seq-uor)· Λιθ. penk-i, penk-tas (quint-us)· Γοτθ. καὶ Ἀρχ. Γερμ. fimf· Ἀγγλο-Σαξον. fif, κτλ.)
|elnltext=πέντε, Aeol. πέμπε, gen. πέμπων, indecl., vijf.
}}
{{elru
|elrutext='''πέντε:''' эол. [[πέμπε]] οἱ, αἱ, τά indecl. пять Hom. etc.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 37: Line 40:
|lsmtext='''πέντε:''' Αιολ. [[πέμπε]], οἱ, αἱ, τά, άκλιτο, [[πέντε]], σε Όμηρ. κ.λπ.
|lsmtext='''πέντε:''' Αιολ. [[πέμπε]], οἱ, αἱ, τά, άκλιτο, [[πέντε]], σε Όμηρ. κ.λπ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πέντε:''' эол. [[πέμπε]] οἱ, αἱ, τά indecl. пять Hom. etc.
|lstext='''πέντε''': Αἰολ. [[πέμπε]], οἱ, αἱ, τά, ἄκλ. ἀριθμ., Ὅμ. κλ.· τὰ [[πέντε]] κρατεῖν, δηλ. τὸ [[πένταθλον]], Σιμωνίδ. 158. Ἐν συνθέσει ὁ [[γνήσιος]] Ἀττ. [[τύπος]] [[εἶναι]] [[πέντε]]-, [[ὅπερ]] [[ὅμως]] σχεδὸν [[πανταχοῦ]] μετεβλήθη ὑπὸ τῶν Ἀντιγραφέων εἰς τὸ μεταγεν. πεντα-, Piers. εἰς Μοῖριν 321, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 413, Ἕρμανν. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 755 (759). (Ὁ ἐξ ἀρχῆς Ἑλλην. [[τύπος]] φαίνεται ὅτι ἦτο τὸ Αἰολ. [[πέμπε]], [[ὅθεν]] πέμπτος, πεμπάς, πεμπάζω· πρβλ. Σανσκρ. καὶ Ζενδ. pank-an· Λατ. quinqu-e, quin(c)-tus, (πρβλ. ἵππος eq-uus, ἕπομαι seq-uor)· Λιθ. penk-i, penk-tas (quint-us)· Γοτθ. καὶ Ἀρχ. Γερμ. fimf· Ἀγγλο-Σαξον. fif, κτλ.)
}}
{{elnl
|elnltext=πέντε, Aeol. πέμπε, gen. πέμπων, indecl., vijf.
}}
}}
{{etym
{{etym