Anonymous

παραλογιστικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br />qui concerne l'art de tromper par des raisonnements captieux.<br />'''Étymologie:''' [[παραλογίζομαι]].
|btext=ή, όν :<br />qui concerne l'art de tromper par des raisonnements captieux.<br />'''Étymologie:''' [[παραλογίζομαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''παραλογιστικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸ ἀπατᾶν ἢ πλανᾶν, Ἀριστ. Ρητ. 1. 9, 29, π. Σοφ. Ἐλέγχ. 11, 12. Ἐπίρρ. -κῶς, Πολυδ. Θ΄, 135.
|elnltext=παραλογιστικός -ή -όν [παραλογίζομαι] met drogredenering, bedrieglijk.
}}
{{elru
|elrutext='''παραλογιστικός:''' [[обманчивый]], [[ложный]] Arst.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''παραλογιστικός:''' -ή, -όν, [[απατηλός]], [[παραπλανητικός]], [[εσφαλμένος]], [[σοφιστικός]], σε Αριστ.
|lsmtext='''παραλογιστικός:''' -ή, -όν, [[απατηλός]], [[παραπλανητικός]], [[εσφαλμένος]], [[σοφιστικός]], σε Αριστ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''παραλογιστικός:''' [[обманчивый]], [[ложный]] Arst.
|lstext='''παραλογιστικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸ ἀπατᾶν ἢ πλανᾶν, Ἀριστ. Ρητ. 1. 9, 29, π. Σοφ. Ἐλέγχ. 11, 12. Ἐπίρρ. -κῶς, Πολυδ. Θ΄, 135.
}}
{{elnl
|elnltext=παραλογιστικός -ή -όν [παραλογίζομαι] met drogredenering, bedrieglijk.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[παραλογιστικός]], ή, όν [from [[παραλογίζομαι]]<br />[[fallacious]], Arist.
|mdlsjtxt=[[παραλογιστικός]], ή, όν [from [[παραλογίζομαι]]<br />[[fallacious]], Arist.
}}
}}