Anonymous

παρασκευαστός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br />que l'on peut préparer <i>ou</i> se procurer.<br />'''Étymologie:''' [[παρασκευάζω]].
|btext=ή, όν :<br />que l'on peut préparer <i>ou</i> se procurer.<br />'''Étymologie:''' [[παρασκευάζω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''παρασκευαστός''': -όν, ὃν δύναταί τις νὰ παρασκευάσῃ ἢ παράσχῃ Πλάτ. Πρωτ. 319Β, 324C.
|elnltext=παρασκευαστός -ή -όν [παρασκευάζω] te verschaffen.
}}
{{elru
|elrutext='''παρασκευαστός:''' [[могущий быть приготовленным или устроенным]] (ὑπ᾽ ἀνθρώπων ἀνθρώποις Plat.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />[[παρασκευάζω]]<br />αυτόν που μπορεί [[κανείς]] να παρασκευάσει ή να παράσχει.
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />[[παρασκευάζω]]<br />αυτόν που μπορεί [[κανείς]] να παρασκευάσει ή να παράσχει.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''παρασκευαστός:''' [[могущий быть приготовленным или устроенным]] (ὑπ᾽ ἀνθρώπων ἀνθρώποις Plat.).
|lstext='''παρασκευαστός''': -όν, ὃν δύναταί τις νὰ παρασκευάσῃ ἢ παράσχῃ Πλάτ. Πρωτ. 319Β, 324C.
}}
{{elnl
|elnltext=παρασκευαστός -ή -όν [παρασκευάζω] te verschaffen.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[παρασκευαστός]], όν [from [[παρασκευάζω]]<br />that can be provided, Plat.
|mdlsjtxt=[[παρασκευαστός]], όν [from [[παρασκευάζω]]<br />that can be provided, Plat.
}}
}}