Anonymous

προβάδην: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> en s'avançant;<br /><b>2</b> peu à peu.<br />'''Étymologie:''' [[προβαίνω]], -δην.
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> en s'avançant;<br /><b>2</b> peu à peu.<br />'''Étymologie:''' [[προβαίνω]], -δην.
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προβάδην''': [], Ἐπίρρ. ([[προβαίνω]]) προβαίνων, περιπατῶν, μήτ’ ἐν ὁδῷ μήτ’ ἐκτὸς ὁδοῦ [[προβάδην]] οὐρήσῃς, ἐν ᾧ περιπατεῖς, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 727· πρ. ἔξαγε, ἄγε, ὁδήγει πρὸς τὰ ἐμπρός, Ἀριστ. Βάτρ. 351· μεταφορ., ὁ βαθμηδὸν προχωρῶν, Ἰάμβλιχ. ἐν Βίῳ Πυθαγ. 121.
|elnltext=προβάδην [προβαίνω] adv., onder het voortgaan.
}}
{{elru
|elrutext='''προβάδην:''' (ᾰ) adv.<br /><b class="num">1)</b> [[двигаясь вперед]], [[на ходу]] Hes.;<br /><b class="num">2)</b> [[вперед]] (ἐξάγειν Arph.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''προβάδην:''' [ᾰ] ([[προβαίνω]]), επίρρ., βαδίζοντας, σε Ησίοδ.· [[προβάδην]] ἔξαγε, τους οδήγησε προς τα [[εμπρός]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''προβάδην:''' [ᾰ] ([[προβαίνω]]), επίρρ., βαδίζοντας, σε Ησίοδ.· [[προβάδην]] ἔξαγε, τους οδήγησε προς τα [[εμπρός]], σε Αριστοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προβάδην:''' () adv.<br /><b class="num">1)</b> [[двигаясь вперед]], [[на ходу]] Hes.;<br /><b class="num">2)</b> [[вперед]] (ἐξάγειν Arph.).
|lstext='''προβάδην''': [], Ἐπίρρ. ([[προβαίνω]]) προβαίνων, περιπατῶν, μήτ’ ἐν ὁδῷ μήτ’ ἐκτὸς ὁδοῦ [[προβάδην]] οὐρήσῃς, ἐν ᾧ περιπατεῖς, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 727· πρ. ἔξαγε, ἄγε, ὁδήγει πρὸς τὰ ἐμπρός, Ἀριστ. Βάτρ. 351· μεταφορ., ὁ βαθμηδὸν προχωρῶν, Ἰάμβλιχ. ἐν Βίῳ Πυθαγ. 121.
}}
{{elnl
|elnltext=προβάδην [προβαίνω] adv., onder het voortgaan.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[προβαίνω]]<br />as one walks, Hes.; πρ. ἔξαγε [[lead]] them out [[onward]], Ar.
|mdlsjtxt=[[προβαίνω]]<br />as one walks, Hes.; πρ. ἔξαγε [[lead]] them out [[onward]], Ar.
}}
}}