Anonymous

προδιηγέομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=-οῦμαι;<br />exposer auparavant.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[διηγέομαι]].
|btext=-οῦμαι;<br />exposer auparavant.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[διηγέομαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προδιηγέομαι''': ἀποθ., διηγοῦμαι πρότερον, ἐν προοιμίῳ, Ἡρόδ. 4. 145. Δημ. 1345, 10, κτλ.· πρκμ. ἐπὶ παθ. ἐννοίας, Ἱππ. π. Ἀέρ. 289. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. τ. Α΄, σ. 260, 263, 256.
|elnltext=προ-διηγέομαι vooraf vertellen; pass.: τὰ προδιηγημένα het te voren besprokene Hp.
}}
{{elru
|elrutext='''προδιηγέομαι:''' [[ранее рассказывать]] Dem.: ἀπηγήσομαι προδιηγησάμενος [[τάδε]] Her. (об этом) я расскажу, предпослав своему рассказу вот что.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προδιηγέομαι:''' μέλ. <i>-ήσομαι</i>, αποθ., [[διηγούμαι]] εκ των προτέρων, [[αναφέρω]] εισαγωγικά, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''προδιηγέομαι:''' μέλ. <i>-ήσομαι</i>, αποθ., [[διηγούμαι]] εκ των προτέρων, [[αναφέρω]] εισαγωγικά, σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προδιηγέομαι:''' [[ранее рассказывать]] Dem.: ἀπηγήσομαι προδιηγησάμενος [[τάδε]] Her. (об этом) я расскажу, предпослав своему рассказу вот что.
|lstext='''προδιηγέομαι''': ἀποθ., διηγοῦμαι πρότερον, ἐν προοιμίῳ, Ἡρόδ. 4. 145. Δημ. 1345, 10, κτλ.· πρκμ. ἐπὶ παθ. ἐννοίας, Ἱππ. π. Ἀέρ. 289. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. τ. Α΄, σ. 260, 263, 256.
}}
{{elnl
|elnltext=προ-διηγέομαι vooraf vertellen; pass.: τὰ προδιηγημένα het te voren besprokene Hp.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. ήσομαι<br />Dep. to [[relate]] [[beforehand]], [[premise]], Hdt.
|mdlsjtxt=fut. ήσομαι<br />Dep. to [[relate]] [[beforehand]], [[premise]], Hdt.
}}
}}