3,277,242
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 16: | Line 16: | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />marteau.<br />'''Étymologie:''' DELG famille de [[σφυρόν]], [[σφαῖρα]], [[σπαίρω]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />marteau.<br />'''Étymologie:''' DELG famille de [[σφυρόν]], [[σφαῖρα]], [[σπαίρω]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=σφῦρα -ας, ἡ [σφαῐρα, σφυρόν] hamer. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σφῦρα:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[молот]] Hom., Her. etc.;<br /><b class="num">2)</b> [[мотыга]] Hes., Arph. | |||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
Line 31: | Line 34: | ||
|lsmtext='''σφῦρᾰ:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[σφυρί]], σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> βαριοπούλα, μεγάλο [[σφυρί]] που χρησιμοποιείτο ως γεωργικό [[εργαλείο]] για να σπάει τους σβώλους του χώματος, σε Ησίοδ., Αριστοφ. | |lsmtext='''σφῦρᾰ:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[σφυρί]], σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> βαριοπούλα, μεγάλο [[σφυρί]] που χρησιμοποιείτο ως γεωργικό [[εργαλείο]] για να σπάει τους σβώλους του χώματος, σε Ησίοδ., Αριστοφ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''σφῦρᾰ''': ἡ, ὡς καὶ νῦν, κοινῶς «σφυρί», Ὀδ. Γ. 434, Ἡρόδ. 1. 68, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 297, Κρατῖν. ἐν «Κλεοβουλίνῃ» 3· ἡ [[σφῦρα]] καὶ ὁ [[ἄκμων]] Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 8, 12. 2) [[ἐργαλεῖον]] γεωργικόν, δι’ οὗ συνέτριβον τοὺς βώλους τῆς γῆς, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 423, Ἀριστοφ. Εἰρ. 566. ΙΙ. παρὰ Πολυδ. Ζ΄, 145 (κατὰ τὸν Δινδ.) ἡ [[ῥάχις]] ἡ μεταξὺ τῶν αὐλάκων τῆς ἀροθείσης γῆς, «[[σφῦρα]] δὲ τὸ μεταξὺ ἀρηρομένων ἀνέχον», Λατ. porca. 3) [[μέτρον]] γῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 1732a. 39. ΙΙΙ. ὡς καὶ νῦν, ὁ γνωστὸς [[ἰχθὺς]] «σφυρίδα», = [[σφύραινα]], Ἡσύχ. [Παρὰ τοῖς ἀρχαιοτάτοις καὶ δοκιμωτάτοις ποιηταῖς τὸ υ [[εἶναι]] [[μακρόν]]· παρὰ δὲ Κρατίνῳ καὶ παρ’ Ἀριστοφ. ἔνθ’ ἀνωτ., ὡς καὶ ἐν Ἀνθ. Π. 6. 61, ἡ λήγουσα [[εἶναι]] βραχεῖα· [[ὥστε]] ὁ τονισμὸς [[σφῦρα]] [[εἶναι]] [[βέβαιος]] ἀνεξαρτήτως ἀπὸ τῆς μαρτυρίας τοῦ Ἡρῳδιαν. π. μον. λέξ. 17, Ἀρκαδ. 96]. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym |