Anonymous

νύσσα: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  3 October 2022
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />borne à l'extrémité de la carrière et que l'on tournait pour revenir.<br />'''Étymologie:''' DELG [[νύσσω]], « la chose où l'on butte ».
|btext=ης (ἡ) :<br />borne à l'extrémité de la carrière et que l'on tournait pour revenir.<br />'''Étymologie:''' DELG [[νύσσω]], « la chose où l'on butte ».
}}
{{elru
|elrutext='''νύσσα:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[мета]], [[конечный столб]] (служивший поворотным пунктом ристалища): ἐν νύσσῃ ἐγχριμφθῆναι Hom. вплотную обогнуть мету;<br /><b class="num">2)</b> [[начальный столб ристалища]] (к которому возвращались участники состязаний, обогнув конечный столб) (τοῖσι δ᾽ ἀπὸ νύσσης [[τέτατο]] [[δρόμος]] Hom.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νύσσα:''' -ης, ἡ ([[νύσσω]]), όπως το Λατ. [[meta]], όνομα [[δύο]] στηλών στον ιππόδρομο ([[ἱππόδρομος]])·<br /><b class="num">1.</b> [[στήλη]] γύρω από την οποία έστριβαν τα άρματα, τοποθετημένη σε [[σημείο]] τέτοιο ώστε τα άρματα που πήγαιναν από τη [[δεξιά]] [[πλευρά]] της διαδρομής έστριβαν γύρω απ' αυτή και επέστρεφαν από την αριστερή [[πλευρά]] (πρβλ. [[καμπτήρ]]), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[στήλη]] εκκίνησης, απ' όπου δηλ. ξεκινούσαν οι ιπποδρομίες· και ήταν επίσης το [[σημείο]] του νικηφόρου τερματισμού, σε Όμηρ.
|lsmtext='''νύσσα:''' -ης, ἡ ([[νύσσω]]), όπως το Λατ. [[meta]], όνομα [[δύο]] στηλών στον ιππόδρομο ([[ἱππόδρομος]])·<br /><b class="num">1.</b> [[στήλη]] γύρω από την οποία έστριβαν τα άρματα, τοποθετημένη σε [[σημείο]] τέτοιο ώστε τα άρματα που πήγαιναν από τη [[δεξιά]] [[πλευρά]] της διαδρομής έστριβαν γύρω απ' αυτή και επέστρεφαν από την αριστερή [[πλευρά]] (πρβλ. [[καμπτήρ]]), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[στήλη]] εκκίνησης, απ' όπου δηλ. ξεκινούσαν οι ιπποδρομίες· και ήταν επίσης το [[σημείο]] του νικηφόρου τερματισμού, σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''νύσσα:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[мета]], [[конечный столб]] (служивший поворотным пунктом ристалища): ἐν νύσσῃ ἐγχριμφθῆναι Hom. вплотную обогнуть мету;<br /><b class="num">2)</b> [[начальный столб ристалища]] (к которому возвращались участники состязаний, обогнув конечный столб) (τοῖσι δ᾽ ἀπὸ νύσσης [[τέτατο]] [[δρόμος]] Hom.).
}}
}}
{{etym
{{etym