Anonymous

τειχίον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />mur de maison, de cour.<br />'''Étymologie:''' dim. de [[τεῖχος]].
|btext=ου (τό) :<br />mur de maison, de cour.<br />'''Étymologie:''' dim. de [[τεῖχος]].
}}
{{elru
|elrutext='''τειχίον:''' τό (небольшая) стена, ограда Hom. etc.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τειχίον:''' τό ([[τεῖχος]]), [[περιτείχισμα]], σε Ομήρ. Οδ.· η υποκορ. του [[σημασία]] λέγεται [[συνήθως]] για τα ιδιωτικά οικοδομήματα και όχι —όπως το [[τεῖχος]],<i>—</i> για τα τείχη της πόλης.
|lsmtext='''τειχίον:''' τό ([[τεῖχος]]), [[περιτείχισμα]], σε Ομήρ. Οδ.· η υποκορ. του [[σημασία]] λέγεται [[συνήθως]] για τα ιδιωτικά οικοδομήματα και όχι —όπως το [[τεῖχος]],<i>—</i> για τα τείχη της πόλης.
}}
{{elru
|elrutext='''τειχίον:''' τό (небольшая) стена, ограда Hom. etc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj