Anonymous

ἀποδοκιμάζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀποδοκιμάσω, <i>ao.</i> ἀπεδοκίμασα, <i>pf.</i> ἀποδεδοκίμακα;<br /><i>Pass. ao.</i> ἀπεδοκιμάσθην, <i>pf.</i> ἀποδεδοκίμασμαι;<br />rejeter à l'essai, repousser après une épreuve ; <i>p. anal.</i> rejeter comme indigne, insuffisant <i>ou</i> peu convenable, acc..<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[δοκιμάζω]].
|btext=<i>f.</i> ἀποδοκιμάσω, <i>ao.</i> ἀπεδοκίμασα, <i>pf.</i> ἀποδεδοκίμακα;<br /><i>Pass. ao.</i> ἀπεδοκιμάσθην, <i>pf.</i> ἀποδεδοκίμασμαι;<br />rejeter à l'essai, repousser après une épreuve ; <i>p. anal.</i> rejeter comme indigne, insuffisant <i>ou</i> peu convenable, acc..<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[δοκιμάζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποδοκῐμάζω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[отвергать за непригодностью]], [[отклонять]] (τινά и τι Her., Lys., Xen., Plat., Arst., Dem., Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[исключать из списков]] (ἀποδεδοκιμασμένοι ἐκ τῶν ἀκοντιστῶν Xen.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποδοκῐμάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[απορρίπτω]] [[κατόπιν]] εξέτασης ή δοκιμασίας· [[απορρίπτω]] υποψήφιο λόγω έλλειψης των αναγκαίων προσόντων, σε Ηρόδ., Αττ.· γενικά, [[απορρίπτω]] [[κάτι]] ως ανάξιο λόγου ή ως ακατάλληλο, σε Πλάτ., Ξεν.
|lsmtext='''ἀποδοκῐμάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[απορρίπτω]] [[κατόπιν]] εξέτασης ή δοκιμασίας· [[απορρίπτω]] υποψήφιο λόγω έλλειψης των αναγκαίων προσόντων, σε Ηρόδ., Αττ.· γενικά, [[απορρίπτω]] [[κάτι]] ως ανάξιο λόγου ή ως ακατάλληλο, σε Πλάτ., Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποδοκῐμάζω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[отвергать за непригодностью]], [[отклонять]] (τινά и τι Her., Lys., Xen., Plat., Arst., Dem., Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[исключать из списков]] (ἀποδεδοκιμασμένοι ἐκ τῶν ἀκοντιστῶν Xen.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj