Anonymous

ἐμπλοκή: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />action d'en venir aux mains.<br />'''Étymologie:''' [[ἐμπλέκω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br />action d'en venir aux mains.<br />'''Étymologie:''' [[ἐμπλέκω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμπλοκή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[плетение]], [[заплетание]] ([[τριχῶν]] NT);<br /><b class="num">2)</b> [[обхватывание]] Polyb., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἐμπλοκή]])<br />[[προσαρμογή]] ή [[συνένωση]] με [[πλοκή]], με [[πλέξιμο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να εμπλακεί, να αναμιχθεί [[κάποιος]] σε [[κάτι]]<br /><b>2.</b> η πρώτη [[φάση]] της μάχης [[αμέσως]] [[μετά]] την [[επαφή]] με τον εχθρό<br /><b>3.</b> προσωρινή [[παύση]] λειτουργίας ή μηχανής λόγω ατέλειας ή κακού χειρισμού<br /><b>4.</b> αιφνίδια [[εμφάνιση]] δυσκολίας σε συζητήσεις ή διαπραγματεύσεις που οδηγεί σε [[διακοπή]] τους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[πλέξιμο]] τών μαλλιών<br /><b>2.</b> [[βόστρυχος]], [[πλεξούδα]]<br /><b>3.</b> (για ρίζες δέντρου) [[μπέρδεμα]].
|mltxt=η (AM [[ἐμπλοκή]])<br />[[προσαρμογή]] ή [[συνένωση]] με [[πλοκή]], με [[πλέξιμο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να εμπλακεί, να αναμιχθεί [[κάποιος]] σε [[κάτι]]<br /><b>2.</b> η πρώτη [[φάση]] της μάχης [[αμέσως]] [[μετά]] την [[επαφή]] με τον εχθρό<br /><b>3.</b> προσωρινή [[παύση]] λειτουργίας ή μηχανής λόγω ατέλειας ή κακού χειρισμού<br /><b>4.</b> αιφνίδια [[εμφάνιση]] δυσκολίας σε συζητήσεις ή διαπραγματεύσεις που οδηγεί σε [[διακοπή]] τους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[πλέξιμο]] τών μαλλιών<br /><b>2.</b> [[βόστρυχος]], [[πλεξούδα]]<br /><b>3.</b> (για ρίζες δέντρου) [[μπέρδεμα]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμπλοκή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[плетение]], [[заплетание]] ([[τριχῶν]] NT);<br /><b class="num">2)</b> [[обхватывание]] Polyb., Plut.
}}
}}
{{Chinese
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':™mplok» 恩-普羅咳<br />'''詞類次數''':名詞(1)<br />'''原文字根''':在內-編織(著)<br />'''字義溯源''':精緻編髮,編辮,辮;源自([[ἐμπλέκω]])=編織,糾纏);由([[ἐν]] / [[ἐμμέσῳ]] / [[ἐννόμως]])*=在,入)與([[πλέκω]])*=編結)組成<br />'''出現次數''':總共(1);彼前(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 辮(1) 彼前3:3
|sngr='''原文音譯''':™mplok» 恩-普羅咳<br />'''詞類次數''':名詞(1)<br />'''原文字根''':在內-編織(著)<br />'''字義溯源''':精緻編髮,編辮,辮;源自([[ἐμπλέκω]])=編織,糾纏);由([[ἐν]] / [[ἐμμέσῳ]] / [[ἐννόμως]])*=在,入)與([[πλέκω]])*=編結)組成<br />'''出現次數''':總共(1);彼前(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 辮(1) 彼前3:3
}}
}}