Anonymous

ἐνόδιος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος <i>ou</i> α, ον :<br /><b>1</b> qui se trouve sur la route : πόλεις PLUT villes situées sur le passage (d'une armée, d'un voyageur) ; σύμβολοι ESCHL présages qu’on rencontre sur la route;<br /><b>2</b> qui concerne un trajet ; protecteur des routes (Hermès) ; ἡ ἐνοδία [[θεός]] SOPH la déesse protectrice des routes (Hécate) ; <i>abs.</i> ἡ Ἐνοδία <i>m. sign.</i><br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ὁδός]].
|btext=ος <i>ou</i> α, ον :<br /><b>1</b> qui se trouve sur la route : πόλεις PLUT villes situées sur le passage (d'une armée, d'un voyageur) ; σύμβολοι ESCHL présages qu’on rencontre sur la route;<br /><b>2</b> qui concerne un trajet ; protecteur des routes (Hermès) ; ἡ ἐνοδία [[θεός]] SOPH la déesse protectrice des routes (Hécate) ; <i>abs.</i> ἡ Ἐνοδία <i>m. sign.</i><br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ὁδός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐνόδιος:''' эп. [[εἰνόδιος]] 3<br /><b class="num">1)</b> [[находящийся у дороги]], [[придорожный]] (σφῆκες Hom.; σύμβολοι Aesch.; πόλεις Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[покровительствующий дорогам]], [[охраняющий пути]] (Ἓρμῆς Theocr.): ἡ ἐνοδία [[θεός]] Soph. или [[δαίμων]] Plat. = [[Ἑκάτη]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐνόδιος:''' -α, -ον, Επικ. [[εἰν]]-όδιος, -η, -ον ([[ὁδός]]), αυτός που βρίσκεται στον ή πάνω στο δρόμο, κατά το δρόμο, σε Ομήρ. Ιλ., Αισχύλ.· ως επίθ. λέγεται για θεούς, που είχαν τα αγάλματά τους στην οδό των τριπόδων, Λατ. triviales, όπως για την Εκάτη, σε Σοφ., Ευρ.· <i>Ἐνοδία</i> = Λατ. [[Trivia]], στον ίδ.
|lsmtext='''ἐνόδιος:''' -α, -ον, Επικ. [[εἰν]]-όδιος, -η, -ον ([[ὁδός]]), αυτός που βρίσκεται στον ή πάνω στο δρόμο, κατά το δρόμο, σε Ομήρ. Ιλ., Αισχύλ.· ως επίθ. λέγεται για θεούς, που είχαν τα αγάλματά τους στην οδό των τριπόδων, Λατ. triviales, όπως για την Εκάτη, σε Σοφ., Ευρ.· <i>Ἐνοδία</i> = Λατ. [[Trivia]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐνόδιος:''' эп. [[εἰνόδιος]] 3<br /><b class="num">1)</b> [[находящийся у дороги]], [[придорожный]] (σφῆκες Hom.; σύμβολοι Aesch.; πόλεις Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[покровительствующий дорогам]], [[охраняющий пути]] (Ἓρμῆς Theocr.): ἡ ἐνοδία [[θεός]] Soph. или [[δαίμων]] Plat. = [[Ἑκάτη]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ἐν-όδιος, η, ον [[ὁδός]]<br />in or on the way, by the way-[[side]], Il., Aesch.:—[[epithet]] of gods, who had [[their]] statues by the way-[[side]], Lat. triviales, as of [[Hecate]], Soph., Eur.; Ἐνοδία, = Lat. [[Trivia]], Eur.
|mdlsjtxt=ἐν-όδιος, η, ον [[ὁδός]]<br />in or on the way, by the way-[[side]], Il., Aesch.:—[[epithet]] of gods, who had [[their]] statues by the way-[[side]], Lat. triviales, as of [[Hecate]], Soph., Eur.; Ἐνοδία, = Lat. [[Trivia]], Eur.
}}
}}