Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐπιγνώμων: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui décide de, juge, arbitre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιγιγνώσκω]].
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui décide de, juge, arbitre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιγιγνώσκω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιγνώμων:''' 2, gen. ονος<br /><b class="num">1)</b> [[знающий]], [[сведущий]] (τινός Plat., Sext.): χρὴ γίγνεσθαι ἐπιγνώμονας τοῦ παραλειπομένου Plat. необходимо знать, что (именно) пропущено.<br />ονος ὁ сведущее лицо, знаток, эксперт (τῆς [[τιμῆς]] τινος Dem.; ἐ. καὶ βεβαιωτὴς αἰτιῶν Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιγνώμων:''' -ονος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[διαιτητής]], [[κριτής]], [[δικαστής]], με γεν. πράγμ., σε Πλάτ.· ἐπ. τῆς [[τιμῆς]], [[εκτιμητής]] αυτής, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> = [[συγγνώμων]], αυτός που συγχωρεί, <i>τινί</i>, σε Μόσχ.
|lsmtext='''ἐπιγνώμων:''' -ονος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[διαιτητής]], [[κριτής]], [[δικαστής]], με γεν. πράγμ., σε Πλάτ.· ἐπ. τῆς [[τιμῆς]], [[εκτιμητής]] αυτής, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> = [[συγγνώμων]], αυτός που συγχωρεί, <i>τινί</i>, σε Μόσχ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιγνώμων:''' 2, gen. ονος<br /><b class="num">1)</b> [[знающий]], [[сведущий]] (τινός Plat., Sext.): χρὴ γίγνεσθαι ἐπιγνώμονας τοῦ παραλειπομένου Plat. необходимо знать, что (именно) пропущено.<br />ονος ὁ сведущее лицо, знаток, эксперт (τῆς [[τιμῆς]] τινος Dem.; ἐ. καὶ βεβαιωτὴς αἰτιῶν Plut.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj