Anonymous

ὀνοματώδης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0349.png Seite 349]] ες, namenartig, substantivisch, Arist. an. post. 2, 10 u. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0349.png Seite 349]] ες, namenartig, substantivisch, Arist. an. post. 2, 10 u. Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνομᾰτώδης:''' [[похожий на название]], [[имеющий характер имени]]: [[λόγος]] ὀ. Arst. номинальное высказывание, т. е. определение через раскрытие того, что содержится в самом названии.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ες (Α [[ὀνοματώδης]], -ῶδες) [[όνομα]]<br /><b>1.</b> ο [[κατά]] το [[είδος]], [[κατά]] τη [[μορφή]] του ονόματος, της λέξης<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ὀνοματώδης]] [[ὁρισμός]]» — [[ορισμός]] που απορρέει από την ετυμολογική μόνον υφή της λέξης, [[επομένως]] [[ατελής]], [[διότι]] δεν περιέχει το ουσιώδες [[περιεχόμενο]] της αντίστοιχης έννοιας, λ.χ. [[μεγαλοψυχία]] σημαίνει το να έχει [[κανείς]] [[μεγάλη]] [[ψυχή]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που [[είναι]] όμοιος με όνομα, [[ονοματικός]].
|mltxt=-ες (Α [[ὀνοματώδης]], -ῶδες) [[όνομα]]<br /><b>1.</b> ο [[κατά]] το [[είδος]], [[κατά]] τη [[μορφή]] του ονόματος, της λέξης<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ὀνοματώδης]] [[ὁρισμός]]» — [[ορισμός]] που απορρέει από την ετυμολογική μόνον υφή της λέξης, [[επομένως]] [[ατελής]], [[διότι]] δεν περιέχει το ουσιώδες [[περιεχόμενο]] της αντίστοιχης έννοιας, λ.χ. [[μεγαλοψυχία]] σημαίνει το να έχει [[κανείς]] [[μεγάλη]] [[ψυχή]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που [[είναι]] όμοιος με όνομα, [[ονοματικός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνομᾰτώδης:''' [[похожий на название]], [[имеющий характер имени]]: [[λόγος]] ὀ. Arst. номинальное высказывание, т. е. определение через раскрытие того, что содержится в самом названии.
}}
}}