Anonymous

δυσαπιστέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2"
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2")
 
Line 9: Line 9:
|Beta Code=dusapiste/w
|Beta Code=dusapiste/w
|Definition=v. [[δυσάπιστος]].
|Definition=v. [[δυσάπιστος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=[[creer a duras penas]], [[desconfiar]], Euagr.Schol.<i>HE</i> 4.33, Hdn.<i>Exc.Verb</i>.7.30, <i>Anecd.Ludw</i>.158.3.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσαπιστέω''': δυσκόλως ἀπιστῶ, εὐκόλως [[πιστεύω]] παρατατ. δυσηπίστουν (δυσαρεστῶ δυσηρέστουν), Κ. Λάσκ. ἐν τῇ Γραμματικῇ (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τ. 161, σ. 936).
|lstext='''δυσαπιστέω''': δυσκόλως ἀπιστῶ, εὐκόλως [[πιστεύω]] παρατατ. δυσηπίστουν (δυσαρεστῶ δυσηρέστουν), Κ. Λάσκ. ἐν τῇ Γραμματικῇ (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τ. 161, σ. 936).
}}
{{DGE
|dgtxt=[[creer a duras penas]], [[desconfiar]], Euagr.Schol.<i>HE</i> 4.33, Hdn.<i>Exc.Verb</i>.7.30, <i>Anecd.Ludw</i>.158.3.
}}
}}