3,273,762
edits
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EN==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpen |wketx=$3 }}$4") |
|||
Line 22: | Line 22: | ||
|lstext='''νοῦμος''': ὁ, [[νόμισμα]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Δωριεῦσι τῆς [[κάτω]] Ἰταλίας καὶ Σικελίας, Ἀριστ. Ἀποσπ. 547-8· φέρεται [[νόμος]] παρ’ Ἐπιχ. 92 Ahr., πρβλ. Α. Β. 109. Λέγεται ὅτι κατ’ ἀρχὰς ἦν ταὐτὸν τῇ λίτρᾳ, δηλ. τῷ Αἰγινητικῷ ὀβολῷ, ἀλλὰ [[μετὰ]] [[ταῦτα]] ἠλαττώθη κατὰ 1/10, [[ὥστε]] ἰσοῦτο πρὸς 1 ½ Ἀττ. ὀβολ., Βöckh | |lstext='''νοῦμος''': ὁ, [[νόμισμα]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Δωριεῦσι τῆς [[κάτω]] Ἰταλίας καὶ Σικελίας, Ἀριστ. Ἀποσπ. 547-8· φέρεται [[νόμος]] παρ’ Ἐπιχ. 92 Ahr., πρβλ. Α. Β. 109. Λέγεται ὅτι κατ’ ἀρχὰς ἦν ταὐτὸν τῇ λίτρᾳ, δηλ. τῷ Αἰγινητικῷ ὀβολῷ, ἀλλὰ [[μετὰ]] [[ταῦτα]] ἠλαττώθη κατὰ 1/10, [[ὥστε]] ἰσοῦτο πρὸς 1 ½ Ἀττ. ὀβολ., Βöckh | ||
}} | }} | ||
= | {{wkpen | ||
[[nummus|Nummus]] (Greek: νοῦμμος, noummos), plural nummi (νοῦμμοι) is a Latin term meaning "coin", but used technically by modern writers for a range of low-value copper coins issued by the Roman and Byzantine empires during Late Antiquity. It comes from the Greek nomos via its Western Doric form noummos, which was used to describe a coin in some parts of southern Italy. The word was also used during the later years of the Roman Republic and the early Empire, either as a general word for a coin, or to describe the sestertius, which was the standard unit for keeping accounts. | |wketx=[[nummus|Nummus]] (Greek: νοῦμμος, noummos), plural nummi (νοῦμμοι) is a Latin term meaning "coin", but used technically by modern writers for a range of low-value copper coins issued by the Roman and Byzantine empires during Late Antiquity. It comes from the Greek nomos via its Western Doric form noummos, which was used to describe a coin in some parts of southern Italy. The word was also used during the later years of the Roman Republic and the early Empire, either as a general word for a coin, or to describe the sestertius, which was the standard unit for keeping accounts. | ||
}} | |||
==Wikipedia EL== | ==Wikipedia EL== | ||
O νούμμος ή νούμμιο, λατιν. [[nummus]] = χρήματα, ήταν το πιο μικρό χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα που κυκλοφόρησαν οι επίγονοι του Κωνσταντίνου Α΄ από το 337. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική νόμος και στη δυτική δωρική διάλεκτο της Μεγάλης Ελλάδας νούμμος σήμαινε το νόμιμο βάρος, το νόμισμα. Στην περίοδο της ύστερης Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας η λέξη χρησιμοποιόταν για να δηλώσει γενικά τα νομίσματα ή τους σηστέρτιους, τη βασική μονάδα λογαριασμών. | O νούμμος ή νούμμιο, λατιν. [[nummus]] = χρήματα, ήταν το πιο μικρό χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα που κυκλοφόρησαν οι επίγονοι του Κωνσταντίνου Α΄ από το 337. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική νόμος και στη δυτική δωρική διάλεκτο της Μεγάλης Ελλάδας νούμμος σήμαινε το νόμιμο βάρος, το νόμισμα. Στην περίοδο της ύστερης Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας η λέξη χρησιμοποιόταν για να δηλώσει γενικά τα νομίσματα ή τους σηστέρτιους, τη βασική μονάδα λογαριασμών. |