Anonymous

νοῦμμος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EL==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpel |wkeltx=$3 }}$4"
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EN==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpen |wketx=$3 }}$4")
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EL==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpel |wkeltx=$3 }}$4")
Line 25: Line 25:
|wketx=[[nummus|Nummus]] (Greek: νοῦμμος, noummos), plural nummi (νοῦμμοι) is a Latin term meaning "coin", but used technically by modern writers for a range of low-value copper coins issued by the Roman and Byzantine empires during Late Antiquity. It comes from the Greek nomos via its Western Doric form noummos, which was used to describe a coin in some parts of southern Italy. The word was also used during the later years of the Roman Republic and the early Empire, either as a general word for a coin, or to describe the sestertius, which was the standard unit for keeping accounts.
|wketx=[[nummus|Nummus]] (Greek: νοῦμμος, noummos), plural nummi (νοῦμμοι) is a Latin term meaning "coin", but used technically by modern writers for a range of low-value copper coins issued by the Roman and Byzantine empires during Late Antiquity. It comes from the Greek nomos via its Western Doric form noummos, which was used to describe a coin in some parts of southern Italy. The word was also used during the later years of the Roman Republic and the early Empire, either as a general word for a coin, or to describe the sestertius, which was the standard unit for keeping accounts.
}}
}}
==Wikipedia EL==
{{wkpel
O νούμμος ή νούμμιο, λατιν. [[nummus]] = χρήματα, ήταν το πιο μικρό χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα που κυκλοφόρησαν οι επίγονοι του Κωνσταντίνου Α΄ από το 337. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική νόμος και στη δυτική δωρική διάλεκτο της Μεγάλης Ελλάδας νούμμος σήμαινε το νόμιμο βάρος, το νόμισμα. Στην περίοδο της ύστερης Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας η λέξη χρησιμοποιόταν για να δηλώσει γενικά τα νομίσματα ή τους σηστέρτιους, τη βασική μονάδα λογαριασμών.
|wkeltx=O νούμμος ή νούμμιο, λατιν. [[nummus]] = χρήματα, ήταν το πιο μικρό χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα που κυκλοφόρησαν οι επίγονοι του Κωνσταντίνου Α΄ από το 337. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική νόμος και στη δυτική δωρική διάλεκτο της Μεγάλης Ελλάδας νούμμος σήμαινε το νόμιμο βάρος, το νόμισμα. Στην περίοδο της ύστερης Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας η λέξη χρησιμοποιόταν για να δηλώσει γενικά τα νομίσματα ή τους σηστέρτιους, τη βασική μονάδα λογαριασμών.
}}
==Wikipedia FR==
==Wikipedia FR==
Nummus (pluriel nummi) est un mot latin signifiant « pièce de monnaie ». Il désigne essentiellement une série de pièces de monnaie de faible valeur en cuivre émises par les empires romain et byzantin pendant l'Antiquité tardive.
Nummus (pluriel nummi) est un mot latin signifiant « pièce de monnaie ». Il désigne essentiellement une série de pièces de monnaie de faible valeur en cuivre émises par les empires romain et byzantin pendant l'Antiquité tardive.