Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

καταρράπτω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑ" to "εῖ"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταρράπτω]] (AM, Α και καταράπτω)<br />[[συρράπτω]], [[στερεώνω]] με ραφές («[[θύρη]] κατερραμένη ῥιπεϊκαλάμων» — πόρτα ραμμένη με [[πλέγμα]] από καλάμια, <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[μηχανεύομαι]], [[παρασκευάζω]] («Πενθεῑ καταρράψας [[μόρον]]», <b>Αισχύλ.</b>).
|mltxt=[[καταρράπτω]] (AM, Α και καταράπτω)<br />[[συρράπτω]], [[στερεώνω]] με ραφές («[[θύρη]] κατερραμένη ῥιπεϊκαλάμων» — πόρτα ραμμένη με [[πλέγμα]] από καλάμια, <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[μηχανεύομαι]], [[παρασκευάζω]] («Πενθεῖ καταρράψας [[μόρον]]», <b>Αισχύλ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm