3,276,932
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και πασσυδί και [[πανσυδεί]] και [[πασσυδεί]] και πανσυδία, επικ. τ. πανσυδίη και, [[κατά]] δ. γρφ., πασσυδίη και [[πανσυδίην]], και [[πασσυδίην]] Α<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> με όλες τις δυνάμεις («ὁρῶν ἐκβοηθοῦντας καὶ τοὺς ἄλλους πασσυδί, | |mltxt=και πασσυδί και [[πανσυδεί]] και [[πασσυδεί]] και πανσυδία, επικ. τ. πανσυδίη και, [[κατά]] δ. γρφ., πασσυδίη και [[πανσυδίην]], και [[πασσυδίην]] Α<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> με όλες τις δυνάμεις («ὁρῶν ἐκβοηθοῦντας καὶ τοὺς ἄλλους πασσυδί, ἐκβοηθεῖ καὶ [[αὐτός]]», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> παντελώς<br /><b>3.</b> με [[κάθε]] [[προθυμία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> θ. <i>συ</i>- του <i>σεύομαι</i> «[[θέτω]] σε [[κίνηση]], [[ορμώ]], [[διώκω]]» (<b>πρβλ.</b> αόρ. <i>ἐσ</i>-<i>σύ</i>-<i>μην</i>) με οδοντική [[παρέκταση]] -<i>δ</i>- <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ί</i>(<i>ᾳ</i> / <i>ην</i>) / -<i>εί</i>. Ο τ. [[πασσυδεί]] με αφομοιωτική [[τροπή]] του -<i>ν</i>- σε -<i>σ</i>-. Τέλος, το επίρρ. [[πανσυδί]] έχει ευρύ σημασιολογικό [[περιεχόμενο]] και χρησιμοποιείται τόσο στο στρατιωτικό [[λεξιλόγιο]] με σημ. «με όλο το [[στράτευμα]]» όσο και με τη γενικότερη σημ. «με όλες τις δυνάμεις, παντελώς, [[γρήγορα]]»]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |