Anonymous

κέλευσμα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑ" to "εῖ"
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το (ΑΜ [[κέλευσμα]], Α ποιητ. τ. [[κέλευμα]], Μ και κέλεσμα)<br />[[πρόσταγμα]], [[παράγγελμα]], [[διαταγή]], [[προσταγή]], [[εντολή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ναυτ.</b> [[παράγγελμα]] για [[εκτέλεση]] ασκήσεως ή υπηρεσίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κλήση]], [[παρακίνηση]], [[πρόσκληση]], [[προτροπή]]<br /><b>3.</b> (σε [[μάχη]], για [[στράτευμα]] ή για στόλο) το [[πρόσταγμα]], η [[διαταγή]] που δίνεται για [[ενέργεια]]<br /><b>4.</b> (για άλογα ή σκυλιά) [[παρότρυνση]], [[παρακίνηση]], [[παράγγελμα]] που δίνεται από τον ηνίοχο ή τον κυνηγό (α. «κελεύματι μόνον καὶ λόγῳ ἡνιοχεῑται», <b>Πλάτ.</b><br />β. «[[κέλευσμα]] κυνηγετῶν», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κελευσ</i>- ([[πρβλ]]. αόρ. <i>ε</i>-<i>κέλευσ</i>-<i>α</i>) του [[κελεύω]]. Από το ίδιο θ. προέρχονται [[επίσης]] τα παράγωγα [[κελευσμός]] και [[κελευσμοσύνη]].
|mltxt=το (ΑΜ [[κέλευσμα]], Α ποιητ. τ. [[κέλευμα]], Μ και κέλεσμα)<br />[[πρόσταγμα]], [[παράγγελμα]], [[διαταγή]], [[προσταγή]], [[εντολή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ναυτ.</b> [[παράγγελμα]] για [[εκτέλεση]] ασκήσεως ή υπηρεσίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κλήση]], [[παρακίνηση]], [[πρόσκληση]], [[προτροπή]]<br /><b>3.</b> (σε [[μάχη]], για [[στράτευμα]] ή για στόλο) το [[πρόσταγμα]], η [[διαταγή]] που δίνεται για [[ενέργεια]]<br /><b>4.</b> (για άλογα ή σκυλιά) [[παρότρυνση]], [[παρακίνηση]], [[παράγγελμα]] που δίνεται από τον ηνίοχο ή τον κυνηγό (α. «κελεύματι μόνον καὶ λόγῳ ἡνιοχεῖται», <b>Πλάτ.</b><br />β. «[[κέλευσμα]] κυνηγετῶν», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κελευσ</i>- ([[πρβλ]]. αόρ. <i>ε</i>-<i>κέλευσ</i>-<i>α</i>) του [[κελεύω]]. Από το ίδιο θ. προέρχονται [[επίσης]] τα παράγωγα [[κελευσμός]] και [[κελευσμοσύνη]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm