Anonymous

οἶκτος: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
(CSV import)
Line 33: Line 33:
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[compassion]], [[lamentation]], [[pity]], [[appeal to pity]], [[bowels of compassion]]
|woodrun=[[compassion]], [[lamentation]], [[pity]], [[appeal to pity]], [[bowels of compassion]]
}}
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[λύπη]], συμπόνια). Ἀπό τό [[ἐπιφώνημα]] λύπης οἴ (=ἄχ) μέ ἐπέκταση [[ἑνός]] γ → οιγ-τος → [[οἶκτος]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[οἰκτείρω]] -[[οἰκτίρω]], [[οἰκτίζω]], [[οἰκτικός]], [[οἴκτισμα]] (=[[πένθος]]), [[οἰκτισμός]] (=[[θρῆνος]]), [[οἴκτιστος]] (ὑπερθ. του [[οἰκτρός]]), [[οἰκτρός]], [[οἰκτρότης]], ἀνοικτίστως (=[[χωρίς]] οἶκτο), οἰκτρογόος, -ον ([[γόος]]) (=αὐτός πού δηλώνει οἰκτρό θρῆνο), [[οἰκτροχοέω]] ([[χέω]]), (=λέω θλιβερό τραγούδι).
}}
}}