3,277,121
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
(CSV import) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀπόμαγμα]], το (Α) [[απομάσσω]]<br /><b>1.</b> αυτό με το οποίο σφουγγίζεται [[κάποιος]]<br /><b>2.</b> [[απόρριμμα]], [[ακαθαρσία]]<br /><b>3.</b> [[αποτύπωμα]] σφραγίδας. | |mltxt=[[ἀπόμαγμα]], το (Α) [[απομάσσω]]<br /><b>1.</b> αυτό με το οποίο σφουγγίζεται [[κάποιος]]<br /><b>2.</b> [[απόρριμμα]], [[ακαθαρσία]]<br /><b>3.</b> [[αποτύπωμα]] σφραγίδας. | ||
}} | |||
{{mantoulidis | |||
|mantxt=(=καθετί πού μεταχειρίζεται κάποιος γιά καθάρισμα, [[ἀκαθαρσία]]). Ἀπό τό [[ἀπομάσσω]] (=σκουπίζω). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ἀπομαγδαλία]] (=τό μαλακό [[μέρος]] τοῦ ψωμιοῦ μέ τό ὁποῖο οἱ ἀρχαῖοι σκούπιζαν τά χέρια τους [[μετά]] τό δεῖπνο), [[ἀπομάκτης]] (=αὐτός πού καθαρίζει), [[ἀπόμακτρον]] (=μ' [[αὐτό]] ἔκοβαν το ψωμί πού ἦταν παραπάνω), [[ἀπόμαξις]]. | |||
}} | }} |