Anonymous

φασίολος: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
(CSV import)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[φασήολος]] και φασίουλος και φασιούλυος και φασίωλος και [[φάσουλος]] Α<br />[[γένος]], σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] της τάξης [[φαβώδη]], [[καθώς]] και [[λόγια]] [[ονομασία]] της φασολιάς και του καρπού της.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>phaseolus</i> / <i>phassiolus</i>, υποκορ. του λατ. <i>phas</i><i>ē</i><i>lus</i> <span style="color: red;"><</span> [[φάσηλος]].
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[φασήολος]] και φασίουλος και φασιούλυος και φασίωλος και [[φάσουλος]] Α<br />[[γένος]], σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] της τάξης [[φαβώδη]], [[καθώς]] και [[λόγια]] [[ονομασία]] της φασολιάς και του καρπού της.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>phaseolus</i> / <i>phassiolus</i>, υποκορ. του λατ. <i>phas</i><i>ē</i><i>lus</i> <span style="color: red;"><</span> [[φάσηλος]].
}}
{{mantoulidis
|mantxt=ἤ [[φάσηλος]] (=φασούλι). Αἰγυπτιακή ἡ προέλευσή του.
}}
}}