Anonymous

πλέω: Difference between revisions

From LSJ
1,566 bytes added ,  14 October 2022
CSV import
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
(CSV import)
Line 45: Line 45:
{{Chinese
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':plšw 普累哦<br />'''詞類次數''':動詞(5)<br />'''原文字根''':漂行<br />'''字義溯源''':船渡,航行*,航,航去,坐船,渡;或源自([[πλύνω]])=投入水中洗),而 ([[πλύνω]])出自([[πλύνω]])X=流動)。參讀 ([[ἄγω]])同義字<br />'''同源字''':1) ([[διαπλέω]])航行過去 2) ([[ἐκπλέω]])坐船離開 3) ([[καταπλέω]])航近某地 4) ([[παραπλέω]])航近,駛過 5) ([[πλέω]])航行 6) ([[ὑποπλέω]])駛過<br />'''出現次數''':總共(6);路(1);徒(4);啓(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 航行(2) 徒27:2; 徒27:24;<br />2) 航⋯去(1) 徒27:6;<br />3) 坐船(1) 啓18:17;<br />4) 航行時(1) 路8:23;<br />5) 航(1) 徒21:3
|sngr='''原文音譯''':plšw 普累哦<br />'''詞類次數''':動詞(5)<br />'''原文字根''':漂行<br />'''字義溯源''':船渡,航行*,航,航去,坐船,渡;或源自([[πλύνω]])=投入水中洗),而 ([[πλύνω]])出自([[πλύνω]])X=流動)。參讀 ([[ἄγω]])同義字<br />'''同源字''':1) ([[διαπλέω]])航行過去 2) ([[ἐκπλέω]])坐船離開 3) ([[καταπλέω]])航近某地 4) ([[παραπλέω]])航近,駛過 5) ([[πλέω]])航行 6) ([[ὑποπλέω]])駛過<br />'''出現次數''':總共(6);路(1);徒(4);啓(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 航行(2) 徒27:2; 徒27:24;<br />2) 航⋯去(1) 徒27:6;<br />3) 坐船(1) 啓18:17;<br />4) 航行時(1) 路8:23;<br />5) 航(1) 徒21:3
}}
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό ρίζα πλεϝ-, ἴδια μέ τή ρίζα τοῦ [[πλύνω]]. Θέμα πλεϝ+ω καί μέ [[ἀποβολή]] τοῦ ϝ ἀνάμεσα σέ δυό φωνήεντα → [[πλέω]]. Παρατ. ἔπλεϝ-ον → ἔπλεον. Μέλλ. πλέϝσομαι → [[πλεύσομαι]] καί ἀόρ. ἔπλεϝσα → ἔπλευσα (δηλ. τό ϝ γίνεται υ). Ἀπό τό [[θέμα]] πλεϝμέ [[ἀποβολή]] τοῦ ϝ καί ἑτεροίωση τοῦ ε σέ ο παράγεται τό [[θέμα]] πλο- ([[πλοῦς]], [[πλοῖον]]) καί μέ ἔκταση πλω ([[πλωτός]]).<br><b>Παράγωγα:</b> [[πλεῦσις]], [[πλεύσιμος]], [[πλευστέον]], [[πλευστικός]], [[ἄπλευστος]], [[πλοῖον]], [[πλοιάριον]] (ὑποκορ.) [[πλόος]] -[[πλοῦς]], ἅπλους (=[[ἀκατάλληλος]] γιά ταξίδι), [[ἄπλοια]], [[ἀνάπλους]], [[διάπλους]], [[ἔκπλους]], [[ἐπέκπλους]] (=ἐπίθεση κατά [[θάλασσα]]), [[ἐπίπλους]], [[παράπλους]] (=ταξίδι κοντά στήν [[ἀκτή]]), [[πρωτόπλους]] (=πρωτοτάξιδος), [[πλώω]], [[πλωίζω]] (=ταξιδεύω στή [[θάλασσα]]), [[πλώιμος]] ἤ [[πλόιμος]], [[πλώσιμος]], [[πλωτήρ]] (=[[ναύτης]], [[θαλασσοπόρος]]), [[συμπλωτήρ]], [[πλωτικός]], [[πλωτός]].
}}
}}