Anonymous

πράσσω: Difference between revisions

From LSJ
2,433 bytes added ,  15 October 2022
CSV import
(CSV import)
(CSV import)
Line 57: Line 57:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=Θέμα πραγ+j+ω → [[πράσσω]] καί ἀττ. [[πράττω]]. Μέλλ. πράγ-σ-ω = πράξω, παθ. ἀόρ. ἐπράγθην → ἐπρά-χθην, πρκ πεπραγ-σθαι = πεπρᾶγθαι = πεπρᾶχθαι.<br><b>Παράγωγα:</b> [[πρᾶγμα]], [[ἀπράγμων]], [[πολυπράγμων]], [[πραγματεύομαι]], [[πραγματεία]], [[πραγμάτευμα]], πραγματευτέον, [[πραγματευτής]], [[πραγματευτικός]], [[πραγματικός]], [[πρᾶγος]], [[κακοπραγής]], [[πρακτέος]], πρακτέον, [[πρακτικός]], [[πρακτός]], [[ἄπρακτος]], [[δυσκατάπρακτος]], [[εὔπρακτος]], [[πρακτήρ]], [[πράκτωρ]], [[πράκτης]], [[πρᾶξις]].
|mantxt=Θέμα πραγ+j+ω → [[πράσσω]] καί ἀττ. [[πράττω]]. Μέλλ. πράγ-σ-ω = πράξω, παθ. ἀόρ. ἐπράγθην → ἐπρά-χθην, πρκ πεπραγ-σθαι = πεπρᾶγθαι = πεπρᾶχθαι.<br><b>Παράγωγα:</b> [[πρᾶγμα]], [[ἀπράγμων]], [[πολυπράγμων]], [[πραγματεύομαι]], [[πραγματεία]], [[πραγμάτευμα]], πραγματευτέον, [[πραγματευτής]], [[πραγματευτικός]], [[πραγματικός]], [[πρᾶγος]], [[κακοπραγής]], [[πρακτέος]], πρακτέον, [[πρακτικός]], [[πρακτός]], [[ἄπρακτος]], [[δυσκατάπρακτος]], [[εὔπρακτος]], [[πρακτήρ]], [[πράκτωρ]], [[πράκτης]], [[πρᾶξις]].
}}
{{elmes
|esmgtx=tb. πράττω [[llevar a cabo]], [[ejecutar]] una práctica mágica ἐπήκοός μοι γενοῦ, δι' ἧς πράσσω σημέρον αὐθοψίας <b class="b3">séme obediente por medio de la práctica de visión directa que ejecuto en este día</b> P IV 950 P IV 952 c. ac. int. ὄμνυμί σοι ... μηδενὶ μεταδοῦναι τὴν Σολομῶνος πραγματείαν μηδὲ μὴν ἐπὶ τοῦ εὐχεροῦς πράττειν <b class="b3">te conjuro a que no compartas con nadie la práctica mágica de Salomón ni la ejecutes para algo fácil</b> P IV 855 c. ac. int. sobreent. πρὸς τό, τὸ πράσσεις, τὰς κοινολογίας μόνας μετάστρεφε <b class="b3">según lo que estés realizando, cambia únicamente los términos comunes</b> P IV 2079 εἴωθεν γὰρ ἡ θεὸς τοὺς ἀφυλακτηριαστοὺς τοῦτο πράσσοντας ἀεροφ<ερ>εῖς ποιεῖν <b class="b3">pues la diosa suele hacer que vayan por el aire los que llevan a cabo esta práctica sin llevar amuleto</b> P IV 2508 abs. ἄρας κόπρια ἀπὸ τοῦ τόπου, ὅπου πράσσεις, βάλε ἔσω παρ' αὐτήν <b class="b3">tomando estiércol del lugar donde realizas la práctica, arrójalo hacia donde ella está</b> P IV 1396 P III 42 P III 125 ἔστιν δὲ αὐτὸ τὸ φυλακτήριον, ὃ φορεῖς καὶ ἱστανόμενος πράσσων <b class="b3">éste es el amuleto, que llevas incluso si ejecutas la práctica en pie</b> P IV 258 φόρει περὶ τὸν τράχηλον, ἐὰν πράσσῃς <b class="b3">lleva (el amuleto) alrededor del cuello si realizas la práctica</b> P IV 1084 P IV 2512 ὅταν βούλῃ πράττειν, ... ποιήσας ἀνθρακιὰν ἀναβὰς ἐπὶ δώματος ὑψηλοῦ <b class="b3">cuando quieras ejecutar la práctica, haciendo un fuego con carbones sube a lo alto de la casa</b> P IV 2467 πράσσε δὲ νυκτὸς ἐν τόπῳ, ὅπου χόρτος φύει <b class="b3">realiza la práctica por la noche, en un lugar donde crezca la hierba</b> P IV 3090 ἐστέφθω δὲ ἡ κεφαλὴ τοῦ πράττοντος ἐλαΐνοις <b class="b3">que la cabeza del que realiza la práctica esté coronada con ramas de olivo</b> P IV 3198
}}
}}