Anonymous

πευκέδανον: Difference between revisions

From LSJ
m
pape replacement
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")
m (pape replacement)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πευκέδᾰνον''': τό, [[φυτόν]] τι ὅμοιον μαράθρῳ, [[ὅπερ]] τεμνόμενον κατὰ τὴν ῥίζαν παράγει ὀπὸν ναρκωτικόν, Θεοφρ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 14. 1· ― [[ὡσαύτως]] πευκέδανος, ἡ, Διοσκ. 3. 92.
|lstext='''πευκέδᾰνον''': τό, [[φυτόν]] τι ὅμοιον μαράθρῳ, [[ὅπερ]] τεμνόμενον κατὰ τὴν ῥίζαν παράγει ὀπὸν ναρκωτικόν, Θεοφρ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 14. 1· ― [[ὡσαύτως]] πευκέδανος, ἡ, Διοσκ. 3. 92.
}}
{{pape
|ptext=τό, = [[πευκέδανος]], Diosc.
}}
}}