3,273,773
edits
m (Text replacement - "]]μαι " to "μαι]] ") |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 59: | Line 59: | ||
}} | }} | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=(=λύνω, ἐλευθερώνω, χαλαρώνω, ἐπανορθώνω, πληρώνω). Θέμα λύ + ω = [[λύω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[λύσις]] (=ἀπελευθέρωση), καί σύνθετα (ἀνά, ἀπό, διά, [[κατά]], ἔχ)λυσις, [[λύσιος]], [[λύσιμος]], [[λυσίζωνος]] (=[[ἄοπλος]]), [[λυσιμελής]], [[λυσίπονος]], [[λυσιτελής]] (=[[ὠφέλιμος]]), [[λυτέον]], (ἀπο, παρα)[[λυτέον]], [[λυτήρ]], [[λύτειρα]], [[λυτήριος]], [[λυτικός]], (ἀνα, κατα, δια, παρα, ἀπο, ἐκ)[[λυτικός]], [[λυτός]], [[ἄλυτος]], [[εὔλυτος]], [[εὐκατάλυτος]], [[διαλυτός]], [[ἀδιάλυτος]], [[λύτρον]], [[διαλύτης]], [[καταλύτης]], [[ἀναλύτης]] (=σωτήρας), [[καταλυτής]] (=καταστροφέας), προλύτης (=ἀπόφοιτος Πανεπιστημίου), [[ἀναλυτήρ]], [[ἀπολυτήριον]], [[καταλυτέος]], [[ἀπολυτίκιον]], [[λῦμα]] (=ἐνέχυρο), [[κατάλυμα]] (=πανδοχεῖο), [[βουλυτός]] (=βράδυ). | |mantxt=(=λύνω, ἐλευθερώνω, χαλαρώνω, ἐπανορθώνω, πληρώνω). Θέμα λύ + ω = [[λύω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[λύσις]] (=[[ἀπελευθέρωση]]), καί σύνθετα (ἀνά, ἀπό, διά, [[κατά]], ἔχ)λυσις, [[λύσιος]], [[λύσιμος]], [[λυσίζωνος]] (=[[ἄοπλος]]), [[λυσιμελής]], [[λυσίπονος]], [[λυσιτελής]] (=[[ὠφέλιμος]]), [[λυτέον]], (ἀπο, παρα)[[λυτέον]], [[λυτήρ]], [[λύτειρα]], [[λυτήριος]], [[λυτικός]], (ἀνα, κατα, δια, παρα, ἀπο, ἐκ)[[λυτικός]], [[λυτός]], [[ἄλυτος]], [[εὔλυτος]], [[εὐκατάλυτος]], [[διαλυτός]], [[ἀδιάλυτος]], [[λύτρον]], [[διαλύτης]], [[καταλύτης]], [[ἀναλύτης]] (=[[σωτήρας]]), [[καταλυτής]] (=[[καταστροφέας]]), προλύτης (=ἀπόφοιτος Πανεπιστημίου), [[ἀναλυτήρ]], [[ἀπολυτήριον]], [[καταλυτέος]], [[ἀπολυτίκιον]], [[λῦμα]] (=[[ἐνέχυρο]]), [[κατάλυμα]] (=[[πανδοχεῖο]]), [[βουλυτός]] (=[[βράδυ]]). | ||
}} | }} | ||
{{elmes | {{elmes | ||
|esmgtx=1 [[desatar]] una lámina ἐὰν δὲ θέλῃς ἀπολῦσαι (τὸν κάτοχον), λῦσον τὸ πλάτυμ<μ>α <b class="b3">si quieres romper el conjuro, desata la lámina</b> P VII 438 2 [[liberar]] a un ser superior, tras la práctica mágica ἄν μοι τοῦτο τελέσῃς, λύσω σε ταχέως <b class="b3">si realizas esto para mí, te liberaré rápidamente</b> SM 50 72 3 [[romper]] un conjuro, c. suj. divino ἡ γὰρ σελήνη τὸ ὑπόγειον διοδεύουσα, ὃ ἐὰν εὕρῃ, λύει <b class="b3">pues la luna, en su viaje bajo la tierra, rompe cualquier (conjuro) que se encuentre</b> P VII 456 | |esmgtx=1 [[desatar]] una lámina ἐὰν δὲ θέλῃς ἀπολῦσαι (τὸν κάτοχον), λῦσον τὸ πλάτυμ<μ>α <b class="b3">si quieres romper el conjuro, desata la lámina</b> P VII 438 2 [[liberar]] a un ser superior, tras la práctica mágica ἄν μοι τοῦτο τελέσῃς, λύσω σε ταχέως <b class="b3">si realizas esto para mí, te liberaré rápidamente</b> SM 50 72 3 [[romper]] un conjuro, c. suj. divino ἡ γὰρ σελήνη τὸ ὑπόγειον διοδεύουσα, ὃ ἐὰν εὕρῃ, λύει <b class="b3">pues la luna, en su viaje bajo la tierra, rompe cualquier (conjuro) que se encuentre</b> P VII 456 | ||
}} | }} |