Anonymous

ἀπολαύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$2$3"
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$3")
Line 41: Line 41:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=καρποῦμαι). Σύνθετο ἀπό τό ἀπό + λαύω (ρίζα λαϝἤ λαβ-). Τό ἁπλό λαύω ἦταν πιθανόν: λάω ἤ λάϝω ἀπό ὅπου καί ἡ [[λεία]], [[ληΐς]] καί [[λάτρις]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ἀπόλαυσις]], [[ἀπόλαυσμα]], [[ἀπολαυστήρια]], [[ἀπολαυστικός]], [[ἀπολαυστός]].
|mantxt=(=[[καρποῦμαι]]). Σύνθετο ἀπό τό ἀπό + λαύω (ρίζα λαϝἤ λαβ-). Τό ἁπλό λαύω ἦταν πιθανόν: λάω ἤ λάϝω ἀπό ὅπου καί ἡ [[λεία]], [[ληΐς]] καί [[λάτρις]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ἀπόλαυσις]], [[ἀπόλαυσμα]], [[ἀπολαυστήρια]], [[ἀπολαυστικός]], [[ἀπολαυστός]].
}}
}}