Anonymous

ὀδύρομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$2$3"
(CSV import)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$3")
Line 38: Line 38:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=θρηνῶ, [[κλαίω]]). Ἰσως ἀπό τό προθεμ. ο + [[δύρομαι]], (=θρηνῶ) ἤ ἀκόμα ἀπό συμφυρμό τοῦ [[ὀδύνη]] + [[μύρομαι]], (=[[κλαίω]]).<br><b>Παράγωγα:</b> [[ὄδυρμα]] (=[[θρῆνος]]), [[ὀδυρμός]], [[ὀδύρτης]], [[ὀδυρτικός]], [[ὀδυρτός]] (=ἀξιοθρήνητος).
|mantxt=(=θρηνῶ, [[κλαίω]]). Ἰσως ἀπό τό προθεμ. ο + [[δύρομαι]], (=[[θρηνῶ]]) ἤ ἀκόμα ἀπό συμφυρμό τοῦ [[ὀδύνη]] + [[μύρομαι]], (=[[κλαίω]]).<br><b>Παράγωγα:</b> [[ὄδυρμα]] (=[[θρῆνος]]), [[ὀδυρμός]], [[ὀδύρτης]], [[ὀδυρτικός]], [[ὀδυρτός]] (=[[ἀξιοθρήνητος]]).
}}
}}