3,277,190
edits
Line 56: | Line 56: | ||
}} | }} | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=(=[[στήνω]]). Δύο θέματα: α) ἰσχυρό στη-, β) ἀσθενές στα-. Μέ [[θέμα]] στη + ἐνεστ. ἀναδιπλ. + κατάληξη –μι → σί-στη-μι καί μέ [[τροπή]] τοῦ σ σέ δασεία → [[ἵστημι]]. Μέσο: σί-στα-μαι → [[ἵσταμαι]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἱστός]] (=[[κατάρτι]], [[ἀργαλειός]]), [[ἱστίον]] (=πανί πλοίου), [[στῆθος]], [[στήλη]], [[στηλιτεύω]] (=σημειώνω, [[στιγματίζω]]), [[στηλίτης]], [[διάστημα]] καί τά σύνθετα (ἀνά, [[κατά]], σύν, [[παρά]], ἀπό, ὑποκατά) στημα, [[στήμων]] (=[[στημόνι]]), [[στηρίζω]], [[στήριγμα]], [[στησίχορος]], [[στάδιον]] (=μέτρο μήκους, [[μέρος]] γιά ἀθλητικούς ἀγῶνες), [[στάθμη]], [[ὑποστάθμη]], [[σταθμός]], [[σταθερός]], [[στάμνος]] (=πήλινο ἀγγεῖο), [[σταμνίον]], [[στάσις]] (τοποθέτηση, ἐπανάσταση) καί τά σύνθετα (ἀνά, [[κατά]], διά, [[μετά]], [[παρά]], [[ἀντί]], μετανά, [[περί]], ἀπό, ὑπό, σύ, ἔν, ἔκ, ἐπανά, ἀντιπαρά, ἀντικατά) στασις, [[στάσιμος]], [[στασιάζω]] (=[[ἐπαναστατῶ]]), [[στασιώτης]], [[στατήρ]] (=[[νόμισμα]]), (συ)[[στατικός]], [[στατός]] καί τά σύνθετα (ἀνά, ἀκατά, δυσκατά, ἀδιά, ἀμετά, άνυπό)στατος, [[περίστατος]] (=αὐτός πού θαυμάζεται ἀπό τό [[πλῆθος]]), μεταστατός, ἀντικαταστατός, ἀναντικατάστατος, [[στατέον]] καί (ἀπό, [[κατά]], [[μετά]], ὑπανα)[[στατέον]], [[στῦλος]], [[σταυρός]] (=[[πάσσαλος]]), σταυρῶ (=[[φράζω]] μέ πασσάλους), [[ἐπιστάτης]], [[ἀποστάτης]], [[παραστάτης]], [[ἐπαναστάτης]], [[ἐπιστητός]], [[ἀσταθής]], [[εὐσταθής]], [[συστάδην]] καί [[συσταδόν]] (=ἀπό κοντά), [[διασταδόν]] (=[[χωριστά]]), [[ἱστιοφόρος]], [[ναύσταθμος]], [[παραστάς]], [[παστάς]] (=νυφικός [[θάλαμος]]), [[πλησίστιος]] (=μέ φουσκωμένα τά πανιά), [[προστάτης]], [[προστασία]], σταδιοδρομῶ, σταδιοδρομία. | |mantxt=(=[[στήνω]]). Δύο θέματα: α) ἰσχυρό στη-, β) ἀσθενές στα-. Μέ [[θέμα]] στη + ἐνεστ. ἀναδιπλ. + κατάληξη –μι → σί-στη-μι καί μέ [[τροπή]] τοῦ σ σέ δασεία → [[ἵστημι]]. Μέσο: σί-στα-μαι → [[ἵσταμαι]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἱστός]] (=[[κατάρτι]], [[ἀργαλειός]]), [[ἱστίον]] (=πανί πλοίου), [[στῆθος]], [[στήλη]], [[στηλιτεύω]] (=[[σημειώνω]], [[στιγματίζω]]), [[στηλίτης]], [[διάστημα]] καί τά σύνθετα (ἀνά, [[κατά]], σύν, [[παρά]], ἀπό, ὑποκατά) στημα, [[στήμων]] (=[[στημόνι]]), [[στηρίζω]], [[στήριγμα]], [[στησίχορος]], [[στάδιον]] (=μέτρο μήκους, [[μέρος]] γιά ἀθλητικούς ἀγῶνες), [[στάθμη]], [[ὑποστάθμη]], [[σταθμός]], [[σταθερός]], [[στάμνος]] (=πήλινο ἀγγεῖο), [[σταμνίον]], [[στάσις]] (τοποθέτηση, ἐπανάσταση) καί τά σύνθετα (ἀνά, [[κατά]], διά, [[μετά]], [[παρά]], [[ἀντί]], μετανά, [[περί]], ἀπό, ὑπό, σύ, ἔν, ἔκ, ἐπανά, ἀντιπαρά, ἀντικατά) στασις, [[στάσιμος]], [[στασιάζω]] (=[[ἐπαναστατῶ]]), [[στασιώτης]], [[στατήρ]] (=[[νόμισμα]]), (συ)[[στατικός]], [[στατός]] καί τά σύνθετα (ἀνά, ἀκατά, δυσκατά, ἀδιά, ἀμετά, άνυπό)στατος, [[περίστατος]] (=αὐτός πού θαυμάζεται ἀπό τό [[πλῆθος]]), μεταστατός, ἀντικαταστατός, ἀναντικατάστατος, [[στατέον]] καί (ἀπό, [[κατά]], [[μετά]], ὑπανα)[[στατέον]], [[στῦλος]], [[σταυρός]] (=[[πάσσαλος]]), σταυρῶ (=[[φράζω]] μέ πασσάλους), [[ἐπιστάτης]], [[ἀποστάτης]], [[παραστάτης]], [[ἐπαναστάτης]], [[ἐπιστητός]], [[ἀσταθής]], [[εὐσταθής]], [[συστάδην]] καί [[συσταδόν]] (=ἀπό κοντά), [[διασταδόν]] (=[[χωριστά]]), [[ἱστιοφόρος]], [[ναύσταθμος]], [[παραστάς]], [[παστάς]] (=νυφικός [[θάλαμος]]), [[πλησίστιος]] (=μέ φουσκωμένα τά πανιά), [[προστάτης]], [[προστασία]], σταδιοδρομῶ, σταδιοδρομία. | ||
}} | }} | ||
{{elmes | {{elmes | ||
|esmgtx=1 [[situar]], [[establecer]] como acción del dios creador ἐπικαλοῦμαί σε ... τὸν στήσαντα τὴν θάλασσαν καὶ <πασ>σαλεύσαντα τὸν οὐρανόν <b class="b3">te invoco a ti, que estableciste el mar y colgaste el cielo</b> P V 461 ἐφάνη μέγας θεὸς μέγιστος, ὅς τε τὰ παρόντα ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ μέλλοντα ἔστησε <b class="b3">apareció un gran dios, el más grande, el que situó el pasado en el cosmos y lo que ha de venir</b> P XIII 541 2 [[poner]], [[colocar]] como acto ritual προκωδωνίσας παῖδα στῆσον καταντικρὺ τοῦ ἡλίου καὶ λέγε τὸν λόγον <b class="b3">toca la campanilla delante del muchacho, ponlo frente al sol y di la fórmula</b> P IV 90 στήσας ἄντικρυς ὅρκιζε <b class="b3">colocando (al paciente) frente a ti realiza el conjuro</b> P IV 3018 θὲς τὸ κρανίον χαμαὶ καὶ ἱστὰς ὑπὸ τῷ ἀριστερῷ ποδὶ λέγε τάδε <b class="b3">pon el cráneo en el suelo y colocándolo bajo tu pie izquierdo di esto</b> P XIa 5 3 aor. atem., del mago [[situarse]], [[colocarse]] στὰς πρὸς τὸν λίβα λέγε <b class="b3">colocándote hacia el oeste di</b> P XIII 860 στὰς βλέπων πρὸς τὸν βορέαν λέγε <b class="b3">sitúate mirando al norte y di</b> P XIII 863 στὰς πρὸς τῇ θύρᾳ λέγε τὸν λόγον <b class="b3">colócate junto a la puerta y di la fórmula</b> P XII 160 P XII 163 4 part. aor. med.-pas. σταθείς y στήκων c. idéntico valor [[estar colocado]], [[estar situado]] el mago ὄπισθεν αὐτοῦ σταθεὶς λέγεις <b class="b3">situado detrás de él dices</b> P IV 1230 καὶ ἐγγὺς σταθεὶς τοῦ βόθρου βλέπε πρὸς ἀνατολήν <b class="b3">y situado cerca del hoyo, mira hacia el oriente</b> P XII 214 πρωΐας δὲ σταθεὶς κατέναντι του ἡλίου <b class="b3">por la mañana temprano ponte frente al sol</b> P XII 282 μέτρησον πεντήκοντα ἐννέα ἐπὶ τρὶς ἀναποδίζων, στήκων ἐπὶ τὸ σημεῖον τῶν ἕξ πηχῶν <b class="b3">cuenta cincuenta y nueve pasos tres veces caminando hacia atrás y colócate en la señal de los seis pies</b> P XXXVI 273 | |esmgtx=1 [[situar]], [[establecer]] como acción del dios creador ἐπικαλοῦμαί σε ... τὸν στήσαντα τὴν θάλασσαν καὶ <πασ>σαλεύσαντα τὸν οὐρανόν <b class="b3">te invoco a ti, que estableciste el mar y colgaste el cielo</b> P V 461 ἐφάνη μέγας θεὸς μέγιστος, ὅς τε τὰ παρόντα ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ μέλλοντα ἔστησε <b class="b3">apareció un gran dios, el más grande, el que situó el pasado en el cosmos y lo que ha de venir</b> P XIII 541 2 [[poner]], [[colocar]] como acto ritual προκωδωνίσας παῖδα στῆσον καταντικρὺ τοῦ ἡλίου καὶ λέγε τὸν λόγον <b class="b3">toca la campanilla delante del muchacho, ponlo frente al sol y di la fórmula</b> P IV 90 στήσας ἄντικρυς ὅρκιζε <b class="b3">colocando (al paciente) frente a ti realiza el conjuro</b> P IV 3018 θὲς τὸ κρανίον χαμαὶ καὶ ἱστὰς ὑπὸ τῷ ἀριστερῷ ποδὶ λέγε τάδε <b class="b3">pon el cráneo en el suelo y colocándolo bajo tu pie izquierdo di esto</b> P XIa 5 3 aor. atem., del mago [[situarse]], [[colocarse]] στὰς πρὸς τὸν λίβα λέγε <b class="b3">colocándote hacia el oeste di</b> P XIII 860 στὰς βλέπων πρὸς τὸν βορέαν λέγε <b class="b3">sitúate mirando al norte y di</b> P XIII 863 στὰς πρὸς τῇ θύρᾳ λέγε τὸν λόγον <b class="b3">colócate junto a la puerta y di la fórmula</b> P XII 160 P XII 163 4 part. aor. med.-pas. σταθείς y στήκων c. idéntico valor [[estar colocado]], [[estar situado]] el mago ὄπισθεν αὐτοῦ σταθεὶς λέγεις <b class="b3">situado detrás de él dices</b> P IV 1230 καὶ ἐγγὺς σταθεὶς τοῦ βόθρου βλέπε πρὸς ἀνατολήν <b class="b3">y situado cerca del hoyo, mira hacia el oriente</b> P XII 214 πρωΐας δὲ σταθεὶς κατέναντι του ἡλίου <b class="b3">por la mañana temprano ponte frente al sol</b> P XII 282 μέτρησον πεντήκοντα ἐννέα ἐπὶ τρὶς ἀναποδίζων, στήκων ἐπὶ τὸ σημεῖον τῶν ἕξ πηχῶν <b class="b3">cuenta cincuenta y nueve pasos tres veces caminando hacia atrás y colócate en la señal de los seis pies</b> P XXXVI 273 | ||
}} | }} |