3,277,649
edits
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1") |
m (Text replacement - "τὰς" to "τὰς") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐπίσσῠτος:''' -ον ([[ἐπέσσυμαι]], παρακ. του [[ἐπισεύω]]), [[ορμητικός]], αυτός που ξεσπά, που αναπηδά, που αναβλύζει με [[ορμή]], λέγεται για δάκρυα, σε Αισχύλ.· [[βίαιος]], [[αιφνίδιος]], λέγεται για συμφορές, στον ίδ.· με αιτ., [[ορμητικός]], | |lsmtext='''ἐπίσσῠτος:''' -ον ([[ἐπέσσυμαι]], παρακ. του [[ἐπισεύω]]), [[ορμητικός]], αυτός που ξεσπά, που αναπηδά, που αναβλύζει με [[ορμή]], λέγεται για δάκρυα, σε Αισχύλ.· [[βίαιος]], [[αιφνίδιος]], λέγεται για συμφορές, στον ίδ.· με αιτ., [[ορμητικός]], τὰς φρένας, σε Ευρ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=ἐπίσσῠτος, ον [[ἐπέσσυμαι]],] perf. of [[ἐπισεύω]]<br />[[rushing]], [[gushing]], of tears, Aesch.: [[violent]], [[sudden]], of misfortunes, Aesch.: c. acc. [[rushing]] [[upon]], τὰς φρένας Eur. | |mdlsjtxt=ἐπίσσῠτος, ον [[ἐπέσσυμαι]],] perf. of [[ἐπισεύω]]<br />[[rushing]], [[gushing]], of tears, Aesch.: [[violent]], [[sudden]], of misfortunes, Aesch.: c. acc. [[rushing]] [[upon]], τὰς φρένας Eur. | ||
}} | }} |