3,276,901
edits
m (Text replacement - "τῶν" to "τῶν") |
|||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τόνος:''' ὁ ([[τείνω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός δια του οποίου τεντώνεται [[κάτι]], [[σχοινί]], [[δεσμός]], [[ταινία]], οἱ τόνοι | |lsmtext='''τόνος:''' ὁ ([[τείνω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός δια του οποίου τεντώνεται [[κάτι]], [[σχοινί]], [[δεσμός]], [[ταινία]], οἱ τόνοι τῶν κλινέων, τα [[σχοινιά]] των κρεβατιών, σε Ηρόδ.· <i>ἐκ τριῶν τόνων</i>, από [[τρεις]] σπάγγους ή ίνες, λέγεται για [[σχοινιά]], σε Ξεν.· λέγεται για μηχανές, τεντωμένα [[σχοινιά]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[ένταση]], [[τέντωμα]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για ήχους, [[ένταση]], ύψωμα της φωνής, σε Αισχίν., Δημ.· το ύψος της φωνής, σε Πλάτ. κ.λπ. <b>3. α)</b> μέτρο, [[ρυθμός]], σε Ηρόδ. <b>β)</b> στους μεταγενέστερους μουσικούς, οι <i>τόνοι</i> ήταν τρόποι ή διατονίες που διέφεραν κατά ύψος. Στους μεταγεν. Έλληνες, οι διατονίες αυτές ήταν [[τρεις]], η Δωρική, η Λυδική και η Φρυγική.<br /><b class="num">III.</b> [[ένταση]] δύναμης, πνευματική ή διανοητική [[ένταση]], [[ενέργεια]], σε Λουκ.· γενικά, [[δύναμη]], [[ισχύς]], [[ένταση]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">IV.</b>μεταφ., [[τάση]] ή [[διεύθυνση]], την οποία ακολουθεί [[κάποιος]], [[πορεία]], σε Πίνδ., Πλούτ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |