3,277,121
edits
m (Text replacement - "ἐς " to "ἐς ") |
mNo edit summary |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> el. ἀποϝɛ̄λέω <i>IO</i> 10; tard. ἀπειλείω Musae.122, Nonn.<i>D</i>.20.204<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ-]<br /><b class="num">• Morfología:</b> [impf. ἀπειλήτην <i>Od</i>.11.313, aor. ἠπείλησεν <i>Il</i>.9.683]<br /><b class="num">A</b> en sent. físico<br /><b class="num">1</b> [[empujar]], [[llevar]] ἀπὸ τῶ βωμῶ ἀποϝɛ̄λέοιαν <i>IO</i> 10, cf. 13, ἀποϝɛ̄λέοι κ' ἀπὸ μαντείας <i>IO</i> 4.7<br /><b class="num">•</b>en v. pas. ἐς ἀπορίην Hdt.1.24, 2.141, ἐς | |dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> el. ἀποϝɛ̄λέω <i>IO</i> 10; tard. [[ἀπειλείω]] Musae.122, Nonn.<i>D</i>.20.204<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ-]<br /><b class="num">• Morfología:</b> [impf. ἀπειλήτην <i>Od</i>.11.313, aor. ἠπείλησεν <i>Il</i>.9.683]<br /><b class="num">A</b> en sent. físico<br /><b class="num">1</b> [[empujar]], [[llevar]] ἀπὸ τῶ βωμῶ ἀποϝɛ̄λέοιαν <i>IO</i> 10, cf. 13, ἀποϝɛ̄λέοι κ' ἀπὸ μαντείας <i>IO</i> 4.7<br /><b class="num">•</b>en v. pas. ἐς ἀπορίην Hdt.1.24, 2.141, ἐς [[ἀναγκαίη]]ν Hdt.8.109, ἐς στεινόν Hdt.9.34.<br /><b class="num">2</b> [[desenrollar]] αὕτη ἀπειλουμένη ἀπὸ τῆς ἐξελίκτρας Hero <i>Aut</i>.5.5.<br /><b class="num">B</b> en sent. fig.<br /><b class="num">I</b> en cont. no peyor.<br /><b class="num">1</b> c. inf. de fut. (cf. tb. II 3) [[prometer]] c. dat. ἠπείλησεν ἄνακτι ... ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην <i>Il</i>.23.863, 872, πολλὰ δ' ἀπείλει [ἐς Πυθὼ πέ] μψειν Call.<i>Fr</i>.18.6.<br /><b class="num">2</b> [[jactarse]] βητάρμονας εἶναι ἀρίστους <i>Od</i>.8.383, cf. <i>Il</i>.13.143<br /><b class="num">•</b>abs. Τυδεΐδης ὑπ' [[ἐμεῖο]] φοβεύμενος ἵκετο νῆας, ὥς ποτ' ἀπειλήσει <i>Il</i>.8.150.<br /><b class="num">II</b> en cont. peyor.<br /><b class="num">1</b> [[amenazar]] c. dat. τοι <i>Il</i>.1.181, ἧμιν <i>Od</i>.20.272, τῷ Θηραμένει Th.8.92, τοῖς στρατηγοῖς <i>POxy</i>.2182.5, 19 (II d.C.), αὐτῇ Ar.<i>Nu</i>.617, cf. Isoc.5.53, 10.26, Ar.<i>Au</i>.308<br /><b class="num">•</b>c. ac. int. de palabras [[pronunciar palabras amenazadoras]], [[lanzar amenazas]] ἀπειλαὶ ... τὰς Τρωσὶν ἀπείλεον <i>Il</i>.13.220, cf. 16.201, μῦθον <i>Il</i>.1.388, ἔπη E.<i>Supp</i>.542, πύργοις δ' ἀ. δείν' A.<i>Th</i>.426, πόλλ' ἀπειλήσας Hdt.1.111, ταῦτα Hdt.7.18, τοῦτ' S.<i>OC</i> 817, δεινότατα ... ἐπῶν Ar.<i>Lys</i>.339, οὐκ ἀτέλεστον ἀπειλήσας Call.<i>Del</i>.87<br /><b class="num">•</b>en v. med. mismo sent. en aor. ἀπειλησαμένου δὲ αὐτοῦ τῷ Καίσαρι App.<i>BC</i> 3.29.<br /><b class="num">2</b> [[amenazar con]] c. ac. int. no de palabras θάνατον Hdt.4.81, cf. Polyaen.7.35.2, ξίφη Plu.<i>Pomp</i>.47, [[ζημία]]ς ... κατὰ τοῦ μὴ ὑπακούσαντος Plu.<i>Cam</i>.39, ἠπείλησαν τοὺς ἄρχοντας amenazaron con los prefectos</i> Lib.<i>Or</i>.47.7<br /><b class="num">•</b>c. dat. instrum. τισιν νόμοις Pl.<i>Lg</i>.783d, γόμφοισιν Tim.15.68<br /><b class="num">•</b>abs. [[amenazar]], <i>Il</i>.2.665, Th.8.84, Isoc.15.121<br /><b class="num">•</b>en v. pas. τῶν ἀπειληθέντων las (leyes) acompañadas de sanciones</i> Pl.<i>Lg</i>.823c.<br /><b class="num">3</b> c. inf. esp. de fut. y a veces tb. dat. [[amenazar con]] μοι [[γέρας]] ... ἀφαιρήσεσθαι ἀπειλεῖς <i>Il</i>.1.161, cf. 15.179, <i>Od</i>.11.313, σφέας ... ἐκτρίψειν Hdt.6.37, τῷ ... ἀλαπαξέμεν Call.<i>Dian</i>.251, δράσειν τι E.<i>Med</i>.287, αὐτῷ ἀποκτενεῖν Lys.3.28, cf. Iul.<i>Or</i>.3.57a<br /><b class="num">•</b>c. inf. de pres. ἑλκέμεν <i>Il</i>.9.682, c. inf. de aor., X.<i>HG</i> 5.4.7, <i>Mem</i>.3.5.4<br /><b class="num">•</b>c. ὡς, ὅτι: μὴ ἀ. τοῖς Χίοις ... μὴ ἐπιβοηθήσειν Th.8.33, cf. Ar.<i>Pl</i>.88, X.<i>An</i>.5.5.22, τῷ πεμπομένῳ, εἰ μὴ ... X.<i>Cyr</i>.4.5.12, <i>An</i>.5.5.22<br /><b class="num">•</b>abs. c. inf. [[ordenar con amenazas]] [[φαγεῖν]] [[βρέφος]] Theoc.24.16, cf. A.R.3.607<br /><b class="num">•</b>en v. med. [[prohibir con amenazas]] ἀπειλησώμεθα αὐτοῖς μηκέτι λαλεῖν <i>Act.Ap</i>.4.17.<br /><b class="num">III</b> en v. med. [[atemorizarse por amenazas]], [[amedrentarse]] οὐκέτι δὲ ἀπειλοῦμαι X.<i>Smp</i>.4.31.<br /><b class="num">• Etimología:</b> Es probablemente en todas sus acepciones un compuesto de ἀπό y [[εἰλέω]] q.u. En ese caso [[ἀπειλή]] sería un derivado postverbal. Recientemente se ha sugerido un emparentamiento con toc. <i>kälts</i> ‘[[amenazar]]’. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπειλέω''': ἀπειλήτην, Ἐπ. ἀντὶ ἠπειλήτην, γ΄ δυϊκ. παρατ. ἐνεργ., Ὀδ. Λ. 312· μεταγεν. Ἐπ. ἐνεστ. ἀπειλείω Μουσαῖος 122, Νόνν. Δ. 20. 204: μέλλ. -ήσω, κτλ. (ἀπειλή). Ἐπιδεικνύω τι [[εἴτε]] ὡς ὑπόσχεσιν [[εἴτε]] ὡς ἀπειλήν. Ι. [[ἐνίοτε]] ἐπὶ καλῆς σημασ., ὑπισχνοῦμαι, οὐδ’ ἠπείλησεν ἄνακτι… ῥέξειν κλειτὴν | |lstext='''ἀπειλέω''': ἀπειλήτην, Ἐπ. ἀντὶ ἠπειλήτην, γ΄ δυϊκ. παρατ. ἐνεργ., Ὀδ. Λ. 312· μεταγεν. Ἐπ. ἐνεστ. ἀπειλείω Μουσαῖος 122, Νόνν. Δ. 20. 204: μέλλ. -ήσω, κτλ. (ἀπειλή). Ἐπιδεικνύω τι [[εἴτε]] ὡς ὑπόσχεσιν [[εἴτε]] ὡς ἀπειλήν. Ι. [[ἐνίοτε]] ἐπὶ καλῆς σημασ., ὑπισχνοῦμαι, οὐδ’ ἠπείλησεν ἄνακτι… ῥέξειν κλειτὴν [[ἑκατόμβη]]ν (ὁ Σχολ. ἑρμηνεύει: «οὐδ’ ηὔξατο») Ἰλ. Ψ. 863, πρβλ. 872: ― [[ὡσαύτως]], [[κομπάζω]], μεγαλαυχῶ, καυχῶμαι, ὥς ποτ’ ἀπειλήσει Θ. 150· ἧ μὲν ἀπείλησας βητάρμονας [[εἶναι]] ἀρίστους Ὀδ. Θ. 383· πρβλ. [[ἀπειλὴ]] Ι. ΙΙ. κοινῶς ἐπὶ κακῆς σημασίας, ἀπειλῶ, [[φοβερίζω]], Λατ. minari, παρ’ Ὁμ. ἢ ἀπολ., ὡς ἐν Ἰλ. Β. 665, Ὀδ. Φ. 368, ἢ (συχνότερον) μετὰ δοτ. προσώπ., ὡς ἐν Ὀδ. Υ. 372, κτλ., καὶ συχν. μετὰ [[ταῦτα]]: [[ὡσαύτως]] μετὰ συστοίχου αἰτ.· [[αἷμα]] δ’ ἀναστὰς ἠπείλησεν μῦθον, εἶπεν ἀπειλητικὸν λόγον, Ἰλ. Α 388· ἀπειλὰς ἀπ. ἴδε ἐν λέξ. ἀπειλή· δείν’ ἀπειλήσων ἔπη Εὐρ. Ἱκ. 542· [[συχνάκις]] [[ὡσαύτως]] καὶ μετ’ οὐδετ. ἀντωνυμ. ἢ ἐπιθ., ἀπ. τό γε θυμῷ Ἰλ. Ο. 212· [[ταῦτα]], πολλὰ ἀπ. Ἡρόδ. 7. 18, 1. 111, Θουκ. 8. 33, κτλ.· πύργοις δ’ ἀπ. δείν’ Αἰσχύλ. Θ. 426· τοῦτ’ ἀπειλήσας ἔχεις Σοφ. Ο. Κ. 817. 2) μετ’ αἰτ. τοῦ πράγματος, δι’ οὗ ἀπειλεῖ τίς τινα, θάνατον ἀπ. τινι Ἡρόδ. 4. 81· [[ξίφος]] Πλουτ. Πομπ. 47· ζημίας ἀπ. κατά τινος ὁ αὐτ. Κάμιλλ. 39. 3) ἐξηρτημέναι προτάσεις προσετίθεντο κατ’ ἀπαρέμφατον μέλλοντος, [[γέρας]]… ἀφαιρήσεσθαι ἀπειλεῖς Ἰλ. Α. 161, πρβλ. Ο. 179, Ὀδ. Λ. 313 (ἴδε ἀνωτ. Ι.)· καὶ ἡ αὐτὴ [[σύνταξις]] ἐξηκολούθησεν ἐν χρήσει· σφέας… ἠπείλεε ἐκτρίψειν Ἡρόδ. 6. 37· ἀπ. δράσειν τι Εὐρ. Μήδ. 287, ἀπ. ἀποκτενεῖν Λυσ. 98. 43· σπανίως κατ’ ἀπαρ. ἐνεστ., ἠπ… ἑλκέμεν Ἰλ. Ι. 682· μεθ’ Ὅμ. κατ’ ἀπαρ. ἀόρ., Ξεν. Ἀπομν. 3. 5, 4, Ἑλλ. 5. 4, 7, Θεόκρ. 24. 16 (παραλειπομένου τοῦ ἄν, ἴδε Κόβητον, V. LL. 97). 4) παρ’ Ἀττ. [[ὡσαύτως]], ἀπ. ὅτι… ὡς… Ἀριστοφ. Πλ. 88, Ξεν. Ἀν. 5. 5, 22, κτλ.· ἀπ. τινι, εἰ μή…, ὁ αὐτ. Κύρ. 4. 5, 12. ΙΙΙ. Παθ., ἀπειλοῦμαι, ἐπὶ προσώπων, ἐκφοβίζομαι δι’ ἀπειλῶν, ὁ αὐτ. Συμπ. 4. 31. 2) ἐπὶ πραγμάτων, τὰ ἀπειληθέντα = αἱ ἀπειλαί, Πλάτ. Νόμ. 823C: ― ἀλλὰ παρὰ μεταγεν., IV. ἀπειλοῦμαι εὕρηται ὡς ἀποθ., Ἀππ. Ἐμφ. 3. 29, Πολύαιν. 7. 35, Πράξ. Ἀποστ. δ΄, 17, Κλήμ. Ἀλ. 142. μελλ. -ήσω, = [[ἀπείλλω]] (ἴδε ἐν λ. [[εἴλω]])· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ παθ., ἐς ἀπορίαν ἀπειληθεὶς ἢ ἀπειλημένος, περιελθὼν εἰς μεγάλην στενοχωρίαν, Ἡρόδ. 1. 24, 2. 141· ἐς ἀναγκαίην ἀπειλημένος, ὁ περιελθὼν εἰς ἀνάγκην, ὁ αὐτ. 8. 109· ἀπειληθέντες ἐς στεινὸν, βίᾳ συνωσθέντες εἰς στενόν, ὁ αὐτ. 9. 34. ΙΙ. [[ἐκτυλίσσω]], [[ἀποκυλίω]], Ἥρων. Αὐτομ. 248. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |