Anonymous

σαβάζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s]+)\.<br" to "btext=$1.<br"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s]+)\.<br" to "btext=$1.<br")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=briser.<br />'''Étymologie:''' DELG -.
|btext=[[briser]].<br />'''Étymologie:''' DELG -.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />και σαββάζω Α [[Σαβάζιος]]<br />[[συμμετέχω]] στην [[εορτή]] του Σαβαζίου, στα [[Σαβάζια]] μυστήρια.<br /> <b>(II)</b><br />Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «σαβάξας<br />διασκεδάσας, διασαλεύσας».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για μετονοματικό παρ. του επιθ. [[σαβακός]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />και σαββάζω Α [[Σαβάζιος]]<br />[[συμμετέχω]] στην [[εορτή]] του Σαβαζίου, στα [[Σαβάζια]] μυστήρια.<br /> <b>(II)</b><br />Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «σαβάξας<br />διασκεδάσας, διασαλεύσας».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για μετονοματικό παρ. του επιθ. [[σαβακός]].
}}
}}