3,277,172
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. )") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Μ [[μαλλιαρός]], -ή, -όν)<br />αυτός που έχει πυκνό [[τρίχωμα]], [[δασύτριχος]] («[[μαλλιαρός]] [[σκύλος]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ως ουσ.</b><br /><b>1.</b> παλαιότερη σκωπτική [[ονομασία]] για τους οπαδούς της ακραίας δημοτικής γλώσσας<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η μαλλιαρή</i><br />α) η ακραία [[δημοτική]] [[γλώσσα]]<br />β) μικρή [[πέτρα]] ή [[βότσαλο]] στα ρηχά νερά πετρώδους ακτής, με την [[επιφάνεια]] σκεπασμένη από φύκια ή άλλα είδη της θαλάσσιας χλωρίδας, που [[κατά]] παλαιό [[έθιμο]] έφερναν στο [[σπίτι]] την Πρωτομαγιά για [[γούρι]]<br /><b>μσν.</b><br />(για [[τόπο]]) <b>μτφ.</b> αυτός που έχει πυκνή [[βλάστηση]], [[κατάφυτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μαλλί]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[αρός]] ([[πρβλ]]. | |mltxt=-ή, -ό (Μ [[μαλλιαρός]], -ή, -όν)<br />αυτός που έχει πυκνό [[τρίχωμα]], [[δασύτριχος]] («[[μαλλιαρός]] [[σκύλος]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ως ουσ.</b><br /><b>1.</b> παλαιότερη σκωπτική [[ονομασία]] για τους οπαδούς της ακραίας δημοτικής γλώσσας<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η μαλλιαρή</i><br />α) η ακραία [[δημοτική]] [[γλώσσα]]<br />β) μικρή [[πέτρα]] ή [[βότσαλο]] στα ρηχά νερά πετρώδους ακτής, με την [[επιφάνεια]] σκεπασμένη από φύκια ή άλλα είδη της θαλάσσιας χλωρίδας, που [[κατά]] παλαιό [[έθιμο]] έφερναν στο [[σπίτι]] την Πρωτομαγιά για [[γούρι]]<br /><b>μσν.</b><br />(για [[τόπο]]) <b>μτφ.</b> αυτός που έχει πυκνή [[βλάστηση]], [[κατάφυτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μαλλί]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[αρός]] ([[πρβλ]]. [[ανιαρός]]). Η λ. αποδόθηκε ως [[προσωνυμία]] στους οπαδούς της ακραίας δημοτικής γλώσσας από το [[γεγονός]] ότι οι πρώτοι δημοτικιστές ποιητές είχαν [[μακριά]] μαλλιά]. | ||
}} | }} |