Anonymous

πολύβοσκος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που παρέχει πολλή [[βοσκή]]<br /><b>2.</b> αυτός που παρέχει [[βοσκή]] σε πολλούς<br /><b>3.</b> αυτός στον οποίο βόσκουν πολλοί, αυτός που τρέφει πολλούς («[[πολύβοσκος]] [[γαῖα]]», <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>βοσκος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βοσκός]]), <b>πρβλ.</b> <i>κραιπαλό</i>-<i>βοσκος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που παρέχει πολλή [[βοσκή]]<br /><b>2.</b> αυτός που παρέχει [[βοσκή]] σε πολλούς<br /><b>3.</b> αυτός στον οποίο βόσκουν πολλοί, αυτός που τρέφει πολλούς («[[πολύβοσκος]] [[γαῖα]]», <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>βοσκος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βοσκός]]), [[πρβλ]]. [[κραιπαλόβοσκος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm