Anonymous

παντελής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(btext.*?)’([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)" to "$1'$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
Line 32: Line 32:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει φθάσει στο ανώτατο [[σημείο]] ως [[προς]] ένα [[γνώρισμα]] του, [[ολοσχερής]], [[εντελής]], [[ολικός]], [[ολοκληρωτικός]] (α. «[[παντελής]] [[ερήμωση]]» β. «παντελὴς [[μανία]]», Δίον. Χρυσ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πλήρης]], [[ολόκληρος]]<br /><b>2.</b> αυτός που κατορθώνει τα [[πάντα]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «παντελὴς [[δύναμις]] ἁ τᾱς δεκάδος» — ο [[πλήρης]] [[αριθμός]] [[δέκα]]<br />β) «κατὰ τὸ παντελές» ή «εἰς τὸ παντελές» ή, [[απλώς]], «τὸ παντελές» — παντελώς, ολοσχερώς<br />γ) «εἰς τὸ παντελές» — για [[πάντα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παντελώς</i> ΝΜΑ<br />εντελώς, ολοσχερώς, καθ' ολοκληρίαν<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (σε απαντήσεις) βεβαιότατα, [[μάλιστα]]<br /><b>2.</b> (με [[άρνηση]]) <i>οὐ παντελῶς</i><br />[[ουδόλως]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), <b>πρβλ.</b> <i>ευ</i>-<i>τελής</i>].
|mltxt=-ές, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει φθάσει στο ανώτατο [[σημείο]] ως [[προς]] ένα [[γνώρισμα]] του, [[ολοσχερής]], [[εντελής]], [[ολικός]], [[ολοκληρωτικός]] (α. «[[παντελής]] [[ερήμωση]]» β. «παντελὴς [[μανία]]», Δίον. Χρυσ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πλήρης]], [[ολόκληρος]]<br /><b>2.</b> αυτός που κατορθώνει τα [[πάντα]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «παντελὴς [[δύναμις]] ἁ τᾱς δεκάδος» — ο [[πλήρης]] [[αριθμός]] [[δέκα]]<br />β) «κατὰ τὸ παντελές» ή «εἰς τὸ παντελές» ή, [[απλώς]], «τὸ παντελές» — παντελώς, ολοσχερώς<br />γ) «εἰς τὸ παντελές» — για [[πάντα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παντελώς</i> ΝΜΑ<br />εντελώς, ολοσχερώς, καθ' ολοκληρίαν<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (σε απαντήσεις) βεβαιότατα, [[μάλιστα]]<br /><b>2.</b> (με [[άρνηση]]) <i>οὐ παντελῶς</i><br />[[ουδόλως]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), [[πρβλ]]. [[ευτελής]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm