Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σιδηρόδρομος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
(37)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[σιδερόδρομος]], ο, Ν<br /><b>1.</b> [[οδός]] επικοινωνίας στρωμένη με [[ζεύγος]] παράλληλων ράβδων, τών σιδηροτροχιών, [[πάνω]] στις οποίες κινείται ατμοκίνητη ή ηλεκτροκίνητη [[αμαξοστοιχία]]<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> μεταφορικό [[μέσο]], [[αμαξοστοιχία]], τα οχήματα της οποίας κυλίονται με μεταλλικούς τροχούς [[πάνω]] σε [[ζεύγος]] σιδηροτροχιών, το [[τρένο]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[λέξη]] με πολλές συλλαβές<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι σιδηρόδρομοι</i><br />το [[σύνολο]] τών σιδηροδρομικών γραμμών και του τροχαίου υλικού ενός σιδηροδρομικού δικτύου, [[καθώς]] και τών εγκαταστάσεων και τών υπηρεσιών που το εξυπηρετούν («Σιδηρόδρομοι του Ελληνικού Κράτους»)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «[[οδοντωτός]] [[σιδηρόδρομος]]» — <b>βλ.</b> [[οδοντωτός]]<br />β) «αστικοί σιδηρόδρομοι» — το [[μετρό]], οι τροχιόδρομοι και τα μονοτροχιακά συστήματα συγκοινωνίας<br />γ) «φορητοί σιδηρόδρομοι» ή «[[σύστημα]] ντεκωβίλ» — [[μέσο]] μεταφοράς φορτίων σε μικρές αποστάσεις, αποτελούμενο από στενή [[γραμμή]] [[περίπου]] 0, 60 μέτρων και μικρά βαγόνια που σύρονται από [[ηλεκτράμαξα]] ή ωθούνται με τη [[χρησιμοποίηση]] εργατικής δύναμης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- / <i>σιδερο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] (<b>πρβλ.</b> <i>αμαξό</i>-<i>δρομος</i>]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους <i>Ελληνικούς Κώδικες</i>].
|mltxt=και [[σιδερόδρομος]], ο, Ν<br /><b>1.</b> [[οδός]] επικοινωνίας στρωμένη με [[ζεύγος]] παράλληλων ράβδων, τών σιδηροτροχιών, [[πάνω]] στις οποίες κινείται ατμοκίνητη ή ηλεκτροκίνητη [[αμαξοστοιχία]]<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> μεταφορικό [[μέσο]], [[αμαξοστοιχία]], τα οχήματα της οποίας κυλίονται με μεταλλικούς τροχούς [[πάνω]] σε [[ζεύγος]] σιδηροτροχιών, το [[τρένο]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[λέξη]] με πολλές συλλαβές<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι σιδηρόδρομοι</i><br />το [[σύνολο]] τών σιδηροδρομικών γραμμών και του τροχαίου υλικού ενός σιδηροδρομικού δικτύου, [[καθώς]] και τών εγκαταστάσεων και τών υπηρεσιών που το εξυπηρετούν («Σιδηρόδρομοι του Ελληνικού Κράτους»)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «[[οδοντωτός]] [[σιδηρόδρομος]]» — <b>βλ.</b> [[οδοντωτός]]<br />β) «αστικοί σιδηρόδρομοι» — το [[μετρό]], οι τροχιόδρομοι και τα μονοτροχιακά συστήματα συγκοινωνίας<br />γ) «φορητοί σιδηρόδρομοι» ή «[[σύστημα]] ντεκωβίλ» — [[μέσο]] μεταφοράς φορτίων σε μικρές αποστάσεις, αποτελούμενο από στενή [[γραμμή]] [[περίπου]] 0, 60 μέτρων και μικρά βαγόνια που σύρονται από [[ηλεκτράμαξα]] ή ωθούνται με τη [[χρησιμοποίηση]] εργατικής δύναμης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- / <i>σιδερο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] ([[πρβλ]]. [[αμαξόδρομος]]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους <i>Ελληνικούς Κώδικες</i>].
}}
}}