Anonymous

ροή: Difference between revisions

From LSJ
1,617 bytes added ,  27 October 2023
m
no edit summary
(CSV import)
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / ῥοή, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ῥοά Α [[ῥέω]]<br /><b>1.</b> η [[κατάσταση]] και το [[αποτέλεσμα]] του ρέω, [[ρους]], [[ρεύμα]], [[κίνηση]] του νερού, ποταμού, θάλασσας (α. «η ροή του νερού της βροχής» β. «ἰδοὺ γὰρ πάρεστιν Ἰορδάνου ταῖς ροαῑς», Μηναί<br />γ. «παρ' Ἰσμηνοῦ ῥοᾱν», <b>Πίνδ.</b><br />δ. «ἐπ' Ὠκεανοῑο ῥοάων», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[συνεχής]] [[κίνηση]] οποιουδήποτε υγρού (α. «η ροή του λαδιού» β. «ἀμπέλου ῥοὰς», <b>Ευρ.</b><br />γ. «γλυκεῖαι μέλιτος ἔσταζον ῥοαί»)<br /><b>3.</b> η [[κίνηση]], η [[ανάπτυξη]], η άνετη [[εξέλιξη]] του λόγου (α. «η γοητευτική ροή της ομιλιας του» β. «τὴν διὰ τοῦ στόματος ῥοἡν», <b>Πλάτ.</b><br />γ. «κλυταῖς ἐπέων ῥοαῑσι», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>4.</b> η [[εξέλιξη]], η [[τροπή]] τών πραγμάτων (α. «η ροή τών γεγονότων» β. «ῥοαὶ δ' ἄλλοτ' ἄλλαι εὐθυμιᾱν τε [[μέτα]]», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>γεωλ.</b> η [[ποσότητα]] του νερού που ρέει στην [[επιφάνεια]] τών υδάτινων ρευμάτων<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός ρευστού, [[καθώς]] αυτό εγκαταλείπει βαθμιαία το [[δοχείο]] [[μέσα]] στο οποίο ήταν περιορισμένο<br /><b>3.</b> <b>φυσ.</b> το [[ολοκλήρωμα]] της κάθετης συνιστώσας της έντασης ενός πεδίου, ηλεκτρικού, μαγνητικού, βαρυτικού, [[επάνω]] σε δεδομένη [[επιφάνεια]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[στρωτή]] ροή»<br /><b>φυσ.</b> [[τύπος]] ροής ενός ρευστού [[κατά]] την οποία αυτό μετακινείται ομαλά, σε κανονικές διαδρομές, σε [[αντιδιαστολή]] με την τυρβώδη ή στροβιλώδη ροή, [[κατά]] την οποία το ρευστό παρουσιάζει ακανόνιστες διακυμάνσεις της παχύτητάς του, [[καθώς]] και αναμίξεις, ενώ [[κατά]] τη [[στρωτή]] ροή ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της, όπως η [[ταχύτητα]], η [[πίεση]] κ.ά., παραμένουν [[σταθερά]] σε [[κάθε]] [[σημείο]] του ρευστού, αλλ. νηματική ροή<br />β) «[[τυρβώδης]] ροή» — [[τύπος]] ροής ενός ρευστού [[κατά]] την οποία αυτό υφίσταται ακανόνιστες διακυμάνσεις της ταχύτητάς του [[καθώς]] και αναμίξεις, αλλ. [[στροβιλώδης]] ροή<br />γ) «ενεργειακή ροή»<br /><b>φυσ.</b> η [[ισχύς]] που εκπέμπεται, μεταφέρεται ή απορροφάται με τη [[μορφή]] ακτινοβολίας και μετρείται σε μονάδες βατ<br />δ) «φωτεινή ροή»<br /><b>φυσ.</b> i) [[μέγεθος]] παράγωγο της ενεργειακής ροής υπολογιζόμενο με [[βάση]] τη φωτεινή [[ακτινοβολία]], η οποία μετρείται [[μετά]] την επίδρασή της σε έναν συγκεκριμένο δέκτη, και εκφραζόμενο σε μονάδες [[λούμεν]]<br />ii) <b>(φωτομ.)</b> το πηλίκον της φωτεινής ενέργειας <i>Ε</i> η οποία διέρχεται από μια [[επιφάνεια]] σε ορισμένο χρόνο ί διά του χρόνου [[αυτού]]: <i>Φ</i>=<i>Ε</i> / <i>t</i><br />ε) «ροή σωματιδίων»<br /><b>φυσ.</b> ο [[αριθμός]] τών σωματιδίων που διέρχονται [[κατά]] τη [[μονάδα]] του χρόνου από τη [[μονάδα]] μιας επιφάνειας τοποθετημένης [[κάθετα]] στη [[διεύθυνση]] της δέσμης της σωματιδιακής ακτινοβολίας<br />στ) «[[δίκτυο]] ροής»<br /><b>(φωτομ.)</b> το [[διάγραμμα]] της πορείας ροής του υπόγειου νερού με [[βάση]] τη [[στάθμη]] του υδροφόρου ορίζοντα.
|mltxt=η / [[ῥοή]], ΝΜΑ, και δωρ. τ. ῥοά Α [[ῥέω]]<br /><b>1.</b> η [[κατάσταση]] και το [[αποτέλεσμα]] του ρέω, [[ρους]], [[ρεύμα]], [[κίνηση]] του νερού, ποταμού, θάλασσας (α. «η ροή του νερού της βροχής» β. «ἰδοὺ γὰρ πάρεστιν Ἰορδάνου ταῖς ροαῑς», Μηναί<br />γ. «παρ' Ἰσμηνοῦ ῥοᾱν», <b>Πίνδ.</b><br />δ. «ἐπ' Ὠκεανοῑο ῥοάων», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[συνεχής]] [[κίνηση]] οποιουδήποτε υγρού (α. «η ροή του λαδιού» β. «ἀμπέλου ῥοὰς», <b>Ευρ.</b><br />γ. «γλυκεῖαι μέλιτος ἔσταζον ῥοαί»)<br /><b>3.</b> η [[κίνηση]], η [[ανάπτυξη]], η άνετη [[εξέλιξη]] του λόγου (α. «η γοητευτική ροή της ομιλιας του» β. «τὴν διὰ τοῦ στόματος ῥοἡν», <b>Πλάτ.</b><br />γ. «κλυταῖς ἐπέων ῥοαῑσι», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>4.</b> η [[εξέλιξη]], η [[τροπή]] τών πραγμάτων (α. «η ροή τών γεγονότων» β. «ῥοαὶ δ' ἄλλοτ' ἄλλαι εὐθυμιᾱν τε [[μέτα]]», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>γεωλ.</b> η [[ποσότητα]] του νερού που ρέει στην [[επιφάνεια]] τών υδάτινων ρευμάτων<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός ρευστού, [[καθώς]] αυτό εγκαταλείπει βαθμιαία το [[δοχείο]] [[μέσα]] στο οποίο ήταν περιορισμένο<br /><b>3.</b> <b>φυσ.</b> το [[ολοκλήρωμα]] της κάθετης συνιστώσας της έντασης ενός πεδίου, ηλεκτρικού, μαγνητικού, βαρυτικού, [[επάνω]] σε δεδομένη [[επιφάνεια]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[στρωτή]] ροή»<br /><b>φυσ.</b> [[τύπος]] ροής ενός ρευστού [[κατά]] την οποία αυτό μετακινείται ομαλά, σε κανονικές διαδρομές, σε [[αντιδιαστολή]] με την τυρβώδη ή στροβιλώδη ροή, [[κατά]] την οποία το ρευστό παρουσιάζει ακανόνιστες διακυμάνσεις της παχύτητάς του, [[καθώς]] και αναμίξεις, ενώ [[κατά]] τη [[στρωτή]] ροή ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της, όπως η [[ταχύτητα]], η [[πίεση]] κ.ά., παραμένουν [[σταθερά]] σε [[κάθε]] [[σημείο]] του ρευστού, αλλ. νηματική ροή<br />β) «[[τυρβώδης]] ροή» — [[τύπος]] ροής ενός ρευστού [[κατά]] την οποία αυτό υφίσταται ακανόνιστες διακυμάνσεις της ταχύτητάς του [[καθώς]] και αναμίξεις, αλλ. [[στροβιλώδης]] ροή<br />γ) «ενεργειακή ροή»<br /><b>φυσ.</b> η [[ισχύς]] που εκπέμπεται, μεταφέρεται ή απορροφάται με τη [[μορφή]] ακτινοβολίας και μετρείται σε μονάδες βατ<br />δ) «φωτεινή ροή»<br /><b>φυσ.</b> i) [[μέγεθος]] παράγωγο της ενεργειακής ροής υπολογιζόμενο με [[βάση]] τη φωτεινή [[ακτινοβολία]], η οποία μετρείται [[μετά]] την επίδρασή της σε έναν συγκεκριμένο δέκτη, και εκφραζόμενο σε μονάδες [[λούμεν]]<br />ii) <b>(φωτομ.)</b> το πηλίκον της φωτεινής ενέργειας <i>Ε</i> η οποία διέρχεται από μια [[επιφάνεια]] σε ορισμένο χρόνο ί διά του χρόνου [[αυτού]]: <i>Φ</i>=<i>Ε</i> / <i>t</i><br />ε) «ροή σωματιδίων»<br /><b>φυσ.</b> ο [[αριθμός]] τών σωματιδίων που διέρχονται [[κατά]] τη [[μονάδα]] του χρόνου από τη [[μονάδα]] μιας επιφάνειας τοποθετημένης [[κάθετα]] στη [[διεύθυνση]] της δέσμης της σωματιδιακής ακτινοβολίας<br />στ) «[[δίκτυο]] ροής»<br /><b>(φωτομ.)</b> το [[διάγραμμα]] της πορείας ροής του υπόγειου νερού με [[βάση]] τη [[στάθμη]] του υδροφόρου ορίζοντα.
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό τό [[ρέω]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
|mantxt=Ἀπό τό [[ρέω]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
}}
{{trml
|trtx====[[flow]]===
Arabic: تَدَفُّق‎; Armenian: հոսք, հոսանք; Asturian: fluxu, fluxu; Basque: etorri; Belarusian: цячэнне, плынь, паток; Blackfoot: áwa'kimsska; Breton: beradur; Bulgarian: течение, поток; Catalan: flux; Chinese Mandarin: 流; Chuvash: юх; Czech: tok, proudění; Danish: strøm; Dutch: [[stroom]]; Esperanto: fluo, alfluo; Estonian: vool; Finnish: virtaus; French: [[écoulement]], [[flux]]; Galician: fluxo; Georgian: დინება, დენა; German: [[Fluss]]; Greek: [[ροή]]; Ancient Greek: [[ῥεῦμα]], [[ῥοία]]; Hindi: प्रवाह; Hungarian: áramlás; Indonesian: alir; Irish: sreabh, sileadh; Italian: [[flusso]], [[colata]], [[scorrimento]]; Japanese: 流れ; Karachay-Balkar: агъым; Kashubian: cec; Korean: 흐름; Latgalian: tekme; Latin: [[fluxus]]; Latvian: plūsma; Luhya: omuhula; Macedonian: тек, течение; Marathi: वाहने; Mongolian Cyrillic: урсгал; Norwegian Bokmål: flom, strøm; Plautdietsch: Fluss; Polish: przepływ; Portuguese: [[fluxo]], [[escoamento]], [[caudal]]; Romanian: curgere; Russian: [[течение]], [[поток]]; Sanskrit: रेतस्; Serbo-Croatian Cyrillic: то̑к, тѐче̄ње; Roman: tȏk, tèčēnje; Sicilian: flussu; Slovak: prúd, tok; Slovene: tok; Southern Altai: агыш; Spanish: [[flujo]]; Sundanese: kucur; Swahili: mkondo; Swedish: ström, flöde; Telugu: ప్రవాహము; Turkish: akış; Ukrainian: течі́я, теча, плин, плив, поті́к, струм; Vietnamese: dòng chảy
}}
}}