3,277,286
edits
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (AM [[ἐντριβής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[έμπειρος]], [[πεπειραμένος]], εξασκημένος, [[ειδικός]], δοκιμασμένος, [[δόκιμος]] (μτφ. από τα κράματα που έτριβαν [[πάνω]] στη λυδία λίθο, για να ελέγξουν την καθαρότητά τους σε χρυσό)<br />(α. «[[είναι]] [[εντριβής]] [[φιλόλογος]]» β. «πρὶν ἄν | |mltxt=-ές (AM [[ἐντριβής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[έμπειρος]], [[πεπειραμένος]], εξασκημένος, [[ειδικός]], δοκιμασμένος, [[δόκιμος]] (μτφ. από τα κράματα που έτριβαν [[πάνω]] στη λυδία λίθο, για να ελέγξουν την καθαρότητά τους σε χρυσό)<br />(α. «[[είναι]] [[εντριβής]] [[φιλόλογος]]» β. «πρὶν ἄν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῆ» — [[πριν]] αποδειχθεί [[έμπειρος]], [[πριν]] δοκιμαστεί, <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (για δρόμο) [[πεπατημένος]], [[πολύχρηστος]] («ὁδὸς [[ἐντριβής]]» — πολυχρησιμοποιημένη, πεπατημένη, Aππ.)<br /><b>μσν.</b><br />[[συνηθισμένος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ἐντριβῶς</i> (Μ)<br />με [[γνώση]], με [[πείρα]], ειδημόνως. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |