3,277,301
edits
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[πυραμιδικός]], -ή, -όν, <i>ΝΑ</i> [[πυραμίς]], - | |mltxt=-ή, -ό / [[πυραμιδικός]], -ή, -όν, <i>ΝΑ</i> [[πυραμίς]], -ίδος]<br />αυτός που έχει [[σχήμα]] πυραμίδας, [[πυραμιδοειδής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (ανατ. -ιατρ.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε ανατομικό σχηματισμό πυραμίδας<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «πυραμιδική [[οδός]]»<br />(ανατ. -φυσιολ.) η κύρια φλοιονωτιαία νευρική [[οδός]], η οποία συνίσταται από κινητικές ίνες που εκπορεύονται από τον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου και κατέρχονται δια μέσου της έσω κάψας του, του μεσεγκεφάλου και της γέφυρας στο πρόσθιο [[τμήμα]] του προμήκους μυελού, όπου σχηματίζουν [[δεξιά]] και αριστερά από την πρόσθια [[μέση]] τις πυραμίδες<br />β) «πυραμιδικό [[σύνδρομο]]»<br /><b>ιατρ.</b> [[σύνολο]] συμπτωμάτων που ακολουθούν τη [[διακοπή]] της πυραμιδικής οδού, όπως [[είναι]] λ.χ. η [[παράλυση]] ή [[πάρεση]], η σπαστική [[υπερτονία]], η [[ενίσχυση]] των οστεοτενόντιων αντανακλαστικών, οι μεταβολές τών δερματικών αντανακλαστικών. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[πυραμιδικώς]] / <i>πυραμιδικῶς</i> ΝΑ<br />με πυραμιδικό τρόπο. | ||
}} | }} |