Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αγκύλη: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>συνήθως στον πληθ.</b>" to "<b>συνήθως στον πληθ.</b>"
(1)
 
m (Text replacement - "<b>συνήθως στον πληθ.</b>" to "<b>συνήθως στον πληθ.</b>")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἀγκύλη]]) [[ἀγκύλος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>[[συνήθως]] στον πληθ.</b> <i>οι αγκύλες</i><br /><b>1.</b> τα τυπογραφικά [[σημεία]] [], [[μέσα]] στα οποία τίθεται παρενθετικά [[τμήμα]] του λόγου<br /><b>2.</b> <b>Μαθημ.</b> το [[σύμβολο]] []. Χρησιμοποιείται στη [[γραφή]] παραστάσεων που αναφέρονται σε σύνολα εφοδιασμένα με πράξεις, για την [[αποσαφήνιση]] της [[σειράς]] με την οποία νοούνται οι σημειωμένες πράξεις και [[έτσι]] την [[αποφυγή]] παρερμηνείας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καμπή]], [[κλείδωση]] του αγκώνα, του καρπού ή του γόνατου<br /><b>2.</b> [[σκλήρυνση]] και [[κύρτωση]] των αρθρώσεων, [[αγκύλωση]]<br /><b>3.</b> [[βρόχος]], [[θηλιά]]<br /><b>4.</b> [[ιμάντας]] ακοντίου<br /><b>5.</b> [[ακόντιο]]<br /><b>6.</b> [[χορδή]] τόξου<br /><b>7.</b> [[γάντζος]], [[άγκιστρο]], [[κρίκος]].
|mltxt=η (Α [[ἀγκύλη]]) [[ἀγκύλος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνήθως στον πληθ.</b> <i>οι αγκύλες</i><br /><b>1.</b> τα τυπογραφικά [[σημεία]] [], [[μέσα]] στα οποία τίθεται παρενθετικά [[τμήμα]] του λόγου<br /><b>2.</b> <b>Μαθημ.</b> το [[σύμβολο]] []. Χρησιμοποιείται στη [[γραφή]] παραστάσεων που αναφέρονται σε σύνολα εφοδιασμένα με πράξεις, για την [[αποσαφήνιση]] της [[σειράς]] με την οποία νοούνται οι σημειωμένες πράξεις και [[έτσι]] την [[αποφυγή]] παρερμηνείας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καμπή]], [[κλείδωση]] του αγκώνα, του καρπού ή του γόνατου<br /><b>2.</b> [[σκλήρυνση]] και [[κύρτωση]] των αρθρώσεων, [[αγκύλωση]]<br /><b>3.</b> [[βρόχος]], [[θηλιά]]<br /><b>4.</b> [[ιμάντας]] ακοντίου<br /><b>5.</b> [[ακόντιο]]<br /><b>6.</b> [[χορδή]] τόξου<br /><b>7.</b> [[γάντζος]], [[άγκιστρο]], [[κρίκος]].
}}
}}