Anonymous

κατακαίω: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
m (Text replacement - "attic" to "Attic")
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=katakaio
|Transliteration C=katakaio
|Beta Code=katakai/w
|Beta Code=katakai/w
|Definition=Att. [[κατακάω]] [ᾱ], Ep. inf.<br><span class="bld">A</span> κατακαιέμεν Il.7.408: fut. -καύσω Ar.''Lys.''1218: aor. κατέκαυσα Th.7.25; Ep. 3sg. κατέκηε Il.6.418; 1pl. subj. [[κατακήομεν]] ([[varia lectio|v.l.]] -κείομεν) Il.7.333; inf. κατακῆαι Od.11.46, [[κακκῆαι]] ib.74 ([[varia lectio|v.l.]] -κεῖαι): pf. -κέκαυκα X.''HG''6.5.37, Phld. ''Acad.Ind.''p.69M.:—Pass., fut. -καυθήσομαι Ar.''Nu.''1505, -καήσομαι ''1 Ep.Cor.''3.15: aor. κατεκαύθην (the Att. form) [[Herodotus|Hdt.]]4.69, 6.101, κατεκάην Id.1.51, 2.107; Lacon. inf. -καῆμεν Plu.''Lyc.''20; -εκαύσθην ''Chron.Lind.''D.41: pf. -κέκαυμαι And.1.108:—[[burn completely]], in Hom. of sacrifices and dead bodies, κατακήομεν αὐτούς Il.7.333; μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι 6.418; <b class="b3">κ. τοὺς μάντιας</b> [[burn]] them [[alive]], [[Herodotus|Hdt.]] 4.69; ζῶντα κατακαυθῆναι Id.1.86, cf. 2.107; of cities and houses, etc., κατὰ μὲν ἔκαυσαν… πόλιν Id.8.33; κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηός Id.1.50; ([[οἰκίη]]) κατεκάη Id.4.79; κατακαυθέντων ἱρῶν Id.6.101; τείχη -κεκαυμένα And. [[l.c.]]; <b class="b3">γῆ κατακεκαυμένη</b> [[burnt]] earth, [[Aristotle|Arist.]]''[[Meteorologica|Mete.]]''358a14; [[Κατακεκαυμένη]], name of the upper valley of the Hermus, in Lydia, Str.13.4.11, cf. [[κατακεκαυμενίτης]]; of the fingers, to [[be burnt]] with hot food, Porph.''Abst.''4.15; also κ. τὴν κοιλίαν ''PMagd.''33.4 (iii B.C.).<br><span class="bld">2</span> of hot winds, [[parch]], τὰ ἐκ τῆς γῆς ''PHib.''1.27.73 (iii B.C.), al.<br><span class="bld">3</span> metaph., ὁ ἔρως ἐμέ… κατακέκαυκεν ''Lyr.Alex.Adesp.''8 (c):—Pass., τὰ στόματα -κάεται ἐπὶ τέχνην Anaxandr. 33.6; -καίομαι καταλελειμμένη ''Lyr.Alex.Adesp.''1.24.<br><span class="bld">II</span> Pass., of fire, <b class="b3">κατὰ πῦρ ἐκάη</b> [[had burnt down]], [[burnt out]], Il.9.212.
|Definition=Att. [[κατακάω]] [ᾱ], Ep. inf.<br><span class="bld">A</span> κατακαιέμεν Il.7.408: fut. κατακαύσω Ar.''Lys.''1218: aor. κατέκαυσα Th.7.25; Ep. 3sg. κατέκηε Il.6.418; 1pl. subj. [[κατακήομεν]] ([[varia lectio|v.l.]] κατακείομεν) Il.7.333; inf. κατακῆαι Od.11.46, [[κακκῆαι]] ib.74 ([[varia lectio|v.l.]] κατακεῖαι): pf. κατακέκαυκα X.''HG''6.5.37, Phld. ''Acad.Ind.''p.69M.:—Pass., fut. κατακαυθήσομαι Ar.''Nu.''1505, κατακαήσομαι ''1 Ep.Cor.''3.15: aor. κατεκαύθην (the Att. form) [[Herodotus|Hdt.]]4.69, 6.101, κατεκάην Id.1.51, 2.107; Lacon. inf. κατακαῆμεν Plu.''Lyc.''20; -εκαύσθην ''Chron.Lind.''D.41: pf. κατακέκαυμαι And.1.108:—[[burn completely]], in Hom. of sacrifices and dead bodies, κατακήομεν αὐτούς Il.7.333; μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι 6.418; <b class="b3">κ. τοὺς μάντιας</b> [[burn]] them [[alive]], [[Herodotus|Hdt.]] 4.69; ζῶντα κατακαυθῆναι Id.1.86, cf. 2.107; of cities and houses, etc., κατὰ μὲν ἔκαυσαν… πόλιν Id.8.33; κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηός Id.1.50; ([[οἰκίη]]) κατεκάη Id.4.79; κατακαυθέντων ἱρῶν Id.6.101; τείχη κατακεκαυμένα And. [[l.c.]]; <b class="b3">γῆ κατακεκαυμένη</b> [[burnt]] earth, [[Aristotle|Arist.]]''[[Meteorologica|Mete.]]''358a14; [[Κατακεκαυμένη]], name of the upper valley of the Hermus, in Lydia, Str.13.4.11, cf. [[κατακεκαυμενίτης]]; of the fingers, to [[be burnt]] with hot food, Porph.''Abst.''4.15; also κ. τὴν κοιλίαν ''PMagd.''33.4 (iii B.C.).<br><span class="bld">2</span> of hot winds, [[parch]], τὰ ἐκ τῆς γῆς ''PHib.''1.27.73 (iii B.C.), al.<br><span class="bld">3</span> metaph., ὁ ἔρως ἐμέ… κατακέκαυκεν ''Lyr.Alex.Adesp.''8 (c):—Pass., τὰ στόματα κατακάεται ἐπὶ τέχνην Anaxandr. 33.6; κατακαίομαι καταλελειμμένη ''Lyr.Alex.Adesp.''1.24.<br><span class="bld">II</span> Pass., of fire, <b class="b3">κατὰ πῦρ ἐκάη</b> [[had burnt down]], [[burnt out]], Il.9.212.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1351.png Seite 1351]] (s. [[καίω]]), att. -κάω, wie Isocr. 4, 155, verbrennen; den Leichnam, ἀλλ' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι Il. 6, 418, [[ἀλλά]] με κακκῆαι Od. 11, 74; so auch κατακῆαι, 10, 533. 11, 46 Bekker, Wolf [[κατακεῖαι]], wie Il. 7, 408 κατακειέμεν, Bekker κατακαιέμεν; [[κατακήομεν]] αὐτούς, conj. aor., Il. 7, 333; oft in tmesi, wie κατὰ πίονα μηρί' [[ἔκηα]] u. κατὰ μῆρ' ἐκάη, 1, 40 Od. 3, 461; κατὰ πῦρ ἐκάη, das Feuer war niedergebrannt, Il. 9, 212; τῇ λαμπάδι ὑμᾶς κατακαύσω Ar. Lys. 1218; κατακαίουσι τοὺς μάντιας Her. 4, 69; ἡ οἰκίη κατεκάη 4, 79; κατακαυθέντων ἱρῶν 6, 101; Thuc. 2, 4; κατακεκαύκασιν Xen. Hell. 6, 5, 37; κατεκέκαυτο 50; [[ἕως]] ἂν κατακαυθῇ Plat. Phaed. 86 c; κατακαυθήσομαι Ar. Nubb. 1505; κατακέκαυμαι Andoc. 1, 108; κατακαήσεται I. Cor. 3, 15.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1351.png Seite 1351]] (s. [[καίω]]), att. κατακάω, wie Isocr. 4, 155, verbrennen; den Leichnam, ἀλλ' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι Il. 6, 418, [[ἀλλά]] με κακκῆαι Od. 11, 74; so auch κατακῆαι, 10, 533. 11, 46 Bekker, Wolf [[κατακεῖαι]], wie Il. 7, 408 κατακειέμεν, Bekker κατακαιέμεν; [[κατακήομεν]] αὐτούς, conj. aor., Il. 7, 333; oft in tmesi, wie κατὰ πίονα μηρί' [[ἔκηα]] u. κατὰ μῆρ' ἐκάη, 1, 40 Od. 3, 461; κατὰ πῦρ ἐκάη, das Feuer war niedergebrannt, Il. 9, 212; τῇ λαμπάδι ὑμᾶς κατακαύσω Ar. Lys. 1218; κατακαίουσι τοὺς μάντιας Her. 4, 69; ἡ οἰκίη κατεκάη 4, 79; κατακαυθέντων ἱρῶν 6, 101; Thuc. 2, 4; κατακεκαύκασιν Xen. Hell. 6, 5, 37; κατεκέκαυτο 50; [[ἕως]] ἂν κατακαυθῇ Plat. Phaed. 86 c; κατακαυθήσομαι Ar. Nubb. 1505; κατακέκαυμαι Andoc. 1, 108; κατακαήσεται I. Cor. 3, 15.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατακαίω''': Ἀττ. -κάω ᾱ, Ἐπικ. ἀπαρ. κατακαιέμεν, Ἰλ. Η. 408: μέλλ. -[[καύσω]] Ἀριστοφ. Λυσ. 1218: ἀόρ. κατέκαυσα Θουκ. 7. 25· Ἐπικ. κατέκηα· α΄ πληθ. ὑποτ. [[κατακήομεν]] ἢ -κείομεν (ἀντὶ -κήωμεν) Ἰλ. Η. 333· ἀπαρ. κατακῆαι Ὀδ. Λ. 46, [[κακκῆαι]] [[αὐτόθι]] 74 (μετὰ διαφ. γραφ. -κεῖαι): πρκμ. -κέκαυκα Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 37.- Παθ., μέλλ. -καυθήσομαι Ἀριστοφ. Νεφ. 1505: ἀόρ. κατεκαύθην καὶ κατεκάην, ἀμφότερα παρ’ Ἡροδ., ὧν τὸ α΄ λέγεται ὅτι [[εἶναι]] ὁ Ἀττ. [[τύπος]]: πρκμ. -κέκαυμαι Ἀνδοκ. 14. 36, Ξενοφ. (πρβλ. [[καίω]]). Καίω, ἐντελῶς, καίων [[καταστρέφω]], [[ἐξαφανίζω]], παρ’ Ὁμήρῳ ἐπὶ τῆς καύσεως θυμάτων καὶ νεκρῶν πτωμάτων, κατὰ πίονα μηρί’ [[ἔκηα]] Ἰλ. Α. 40· κατὰ μῆρ’ ἐκάη Γ. 460· [[κατακήομεν]] αὐτοὺς Ἰλ. Η. 333· μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι Ζ. 418· οὕτω, κ. τοὺς μάντιας, ἔκαυσαν αὐτοὺς ζῶντας, Ἡρόδ. 4. 69· ζώοντα κατακαυθῆναι ὁ αὐτ. 1. 86, πρβλ. 2. 107· - ἀκολούθως ἐπὶ [[πόλεων]], οἰκιῶν, κτλ., κατὰ μὲν ἔκαυσαν… πόλιν ὁ αὐτ. 8. 33· κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηὸς ὁ αὐτ. 1. 50· Η οἰκίη κατεκάη ὁ αὐτ. 4. 79· κατακαυθέντων τῶν ἱρῶν ὁ αὐτ. 6. 101, πρβλ. Ἀνδοκ. 14. 36· γῆ κατακεκαυμένη, [[μέρος]] κεκαυμένον, ἠφαιστειῶδες, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 3, 21· Κατακεκαυμένη ἦτο τὸ [[ὄνομα]] τῆς ἄνω κοιλάδος τοῦ Ἕρμου ἐν Λυδίᾳ, Στράβ. 628· καὶ ὁ [[ἐκεῖθεν]] ἐξαγόμενος [[οἶνος]] ἐκαλεῖτο κατακεκαυμενίτης. II Παθ. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ τοῦ [[πυρός]], κατὰ πῦρ ἐκάη, εἶχε τελειώσῃ, Ἰλ. Ι. 212.
|lstext='''κατακαίω''': Ἀττ. κατακάω ᾱ, Ἐπικ. ἀπαρ. κατακαιέμεν, Ἰλ. Η. 408: μέλλ. -[[καύσω]] Ἀριστοφ. Λυσ. 1218: ἀόρ. κατέκαυσα Θουκ. 7. 25· Ἐπικ. κατέκηα· α΄ πληθ. ὑποτ. [[κατακήομεν]] ἢ κατακείομεν (ἀντὶ κατακήωμεν) Ἰλ. Η. 333· ἀπαρ. κατακῆαι Ὀδ. Λ. 46, [[κακκῆαι]] [[αὐτόθι]] 74 (μετὰ διαφ. γραφ. κατακεῖαι): πρκμ. κατακέκαυκα Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 37.- Παθ., μέλλ. κατακαυθήσομαι Ἀριστοφ. Νεφ. 1505: ἀόρ. κατεκαύθην καὶ κατεκάην, ἀμφότερα παρ’ Ἡροδ., ὧν τὸ α΄ λέγεται ὅτι [[εἶναι]] ὁ Ἀττ. [[τύπος]]: πρκμ. κατακέκαυμαι Ἀνδοκ. 14. 36, Ξενοφ. (πρβλ. [[καίω]]). Καίω, ἐντελῶς, καίων [[καταστρέφω]], [[ἐξαφανίζω]], παρ’ Ὁμήρῳ ἐπὶ τῆς καύσεως θυμάτων καὶ νεκρῶν πτωμάτων, κατὰ πίονα μηρί’ [[ἔκηα]] Ἰλ. Α. 40· κατὰ μῆρ’ ἐκάη Γ. 460· [[κατακήομεν]] αὐτοὺς Ἰλ. Η. 333· μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι Ζ. 418· οὕτω, κ. τοὺς μάντιας, ἔκαυσαν αὐτοὺς ζῶντας, Ἡρόδ. 4. 69· ζώοντα κατακαυθῆναι ὁ αὐτ. 1. 86, πρβλ. 2. 107· - ἀκολούθως ἐπὶ [[πόλεων]], οἰκιῶν, κτλ., κατὰ μὲν ἔκαυσαν… πόλιν ὁ αὐτ. 8. 33· κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηὸς ὁ αὐτ. 1. 50· Η οἰκίη κατεκάη ὁ αὐτ. 4. 79· κατακαυθέντων τῶν ἱρῶν ὁ αὐτ. 6. 101, πρβλ. Ἀνδοκ. 14. 36· γῆ κατακεκαυμένη, [[μέρος]] κεκαυμένον, ἠφαιστειῶδες, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 3, 21· Κατακεκαυμένη ἦτο τὸ [[ὄνομα]] τῆς ἄνω κοιλάδος τοῦ Ἕρμου ἐν Λυδίᾳ, Στράβ. 628· καὶ ὁ [[ἐκεῖθεν]] ἐξαγόμενος [[οἶνος]] ἐκαλεῖτο κατακεκαυμενίτης. II Παθ. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ τοῦ [[πυρός]], κατὰ πῦρ ἐκάη, εἶχε τελειώσῃ, Ἰλ. Ι. 212.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 38: Line 38:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατακαίω:''' Αττ. -κάω <i>[ᾱ]</i>, Επικ. απαρ., [[κατακαιέμεν]]· μέλ. -[[καύσω]], αόρ. αʹ <i>κατέκαυσα</i>, Επικ. <i>κατέκηα</i>, αʹ πληθ. υποτ. [[κατακήομεν]] ή <i>-κείομεν</i> (αντί <i>-κήωμεν</i>), απαρ. [[κατακῆαι]], συγκοπτ. [[κακκῆαι]]· παρακ. <i>-κέκαυκα</i> — Παθ., μέλ. <i>-καυθήσομαι</i>, αόρ. αʹ <i>κατεκαύθην</i>, αόρ. βʹ [[κατεκάην]], παρακ. -[[κέκαυμαι]]· (πρβλ. [[καίω]])·<br /><b class="num">I.</b> [[καίω]] εντελώς, [[αφανίζω]], [[καταστρέφω]] εντελώς, [[κατακαίω]] ολοκληρωτικά, σε Όμηρ., σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ.· <i>κ. τοὺς μάντιας</i>, τους έκαψαν ζωντανούς, σε Ηρόδ.· <i>ζώοντα κατακαυθῆναι</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., λέγεται για [[φωτιά]], σε [[τμήση]], κατὰ [[πῦρ]] ἐκάη, είχε καεί εντελώς, είχε καεί και σβήσει, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''κατακαίω:''' Αττ. κατακάω <i>[ᾱ]</i>, Επικ. απαρ., [[κατακαιέμεν]]· μέλ. -[[καύσω]], αόρ. αʹ <i>κατέκαυσα</i>, Επικ. <i>κατέκηα</i>, αʹ πληθ. υποτ. [[κατακήομεν]] ή <i>-κείομεν</i> (αντί <i>-κήωμεν</i>), απαρ. [[κατακῆαι]], συγκοπτ. [[κακκῆαι]]· παρακ. <i>-κέκαυκα</i> — Παθ., μέλ. <i>-καυθήσομαι</i>, αόρ. αʹ <i>κατεκαύθην</i>, αόρ. βʹ [[κατεκάην]], παρακ. -[[κέκαυμαι]]· (πρβλ. [[καίω]])·<br /><b class="num">I.</b> [[καίω]] εντελώς, [[αφανίζω]], [[καταστρέφω]] εντελώς, [[κατακαίω]] ολοκληρωτικά, σε Όμηρ., σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ.· <i>κ. τοὺς μάντιας</i>, τους έκαψαν ζωντανούς, σε Ηρόδ.· <i>ζώοντα κατακαυθῆναι</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., λέγεται για [[φωτιά]], σε [[τμήση]], κατὰ [[πῦρ]] ἐκάη, είχε καεί εντελώς, είχε καεί και σβήσει, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Attic -κάω epic inf. [[κατακαιέμεν]] fut. -[[καύσω]] aor1 κατέκαυσα epic κατέκηα 1st pl. subj. [[κατακήομεν]] 1st pl. subj -κείομεν [[κατακήομεν]] or -κείομεν for -κήωμεν] inf. [[κατακῆαι]] syncop. [[κακκῆαι]] perf. -κέκαυκα Pass., fut. -καυθήσομαι aor1 κατεκαύθην aor2 [[κατεκάην]] perf. -[[κέκαυμαι]] [cf. [[καίω]]<br /><b class="num">I.</b> to [[burn]] down, [[burn]] [[completely]], Hom., Il., Hdt.; κ. τοὺς μάντιας to [[burn]] them [[alive]], Hdt.; ζώοντα κατακαυθῆναι Hdt.<br /><b class="num">II.</b> Pass., of [[fire]], in tmesi, κατὰ πῦρ ἐκάη had [[burnt]] down, [[burnt]] out, Il.
|mdlsjtxt=Attic κατακάω epic inf. [[κατακαιέμεν]] fut. -[[καύσω]] aor1 κατέκαυσα epic κατέκηα 1st pl. subj. [[κατακήομεν]] 1st pl. subj κατακείομεν [[κατακήομεν]] or κατακείομεν for κατακήωμεν] inf. [[κατακῆαι]] syncop. [[κακκῆαι]] perf. κατακέκαυκα Pass., fut. κατακαυθήσομαι aor1 κατεκαύθην aor2 [[κατεκάην]] perf. -[[κέκαυμαι]] [cf. [[καίω]]<br /><b class="num">I.</b> to [[burn]] down, [[burn]] [[completely]], Hom., Il., Hdt.; κ. τοὺς μάντιας to [[burn]] them [[alive]], Hdt.; ζώοντα κατακαυθῆναι Hdt.<br /><b class="num">II.</b> Pass., of [[fire]], in tmesi, κατὰ πῦρ ἐκάη had [[burnt]] down, [[burnt]] out, Il.
}}
}}
{{Chinese
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':kataka⋯w 卡他-開哦<br />'''詞類次數''':動詞(12)<br />'''原文字根''':向下-燃燒 相當於: ([[צָרַב]]&#x200E;)<br />'''字義溯源''':焚毀,燒盡,焚燒,燒;由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[καίω]])*=燒)組成<br />'''出現次數''':總共(13);太(3);路(1);徒(1);林前(1);來(1);彼後(1);啓(5)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 被燒了(4) 林前3:15; 啓8:7; 啓8:7; 啓8:7;<br />2) 燒盡了(2) 太3:12; 路3:17;<br />3) 焚燒(2) 太13:40; 啓17:16;<br />4) 她⋯焚燒(1) 啓18:8;<br />5) 被燒盡(1) 彼後3:10;<br />6) 焚燒了(1) 徒19:19;<br />7) 燒(1) 太13:30;<br />8) 被燒(1) 來13:11
|sngr='''原文音譯''':kataka⋯w 卡他-開哦<br />'''詞類次數''':動詞(12)<br />'''原文字根''':向下-燃燒 相當於: ([[צָרַב]]&#x200E;)<br />'''字義溯源''':焚毀,燒盡,焚燒,燒;由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[καίω]])*=燒)組成<br />'''出現次數''':總共(13);太(3);路(1);徒(1);林前(1);來(1);彼後(1);啓(5)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 被燒了(4) 林前3:15; 啓8:7; 啓8:7; 啓8:7;<br />2) 燒盡了(2) 太3:12; 路3:17;<br />3) 焚燒(2) 太13:40; 啓17:16;<br />4) 她⋯焚燒(1) 啓18:8;<br />5) 被燒盡(1) 彼後3:10;<br />6) 焚燒了(1) 徒19:19;<br />7) 燒(1) 太13:30;<br />8) 被燒(1) 來13:11
}}
}}