3,274,816
edits
m (Text replacement - "ταῡτα" to "ταῦτα") |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / σχέδιον, ΝΜΑ, και [[σκέδιο]] Ν<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[παράσταση]] ενός αντικειμένου που ήδη υπάρχει ή που πρόκειται να κατασκευαστεί με γραμμές [[πάνω]] σε [[χαρτί]] ή και σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] (α. «ο [[αρχιτέκτονας]] παρέδωσε το [[σχέδιο]] του καινούργιου σπιτιού» β. «[[σχέδιο]] πόλεως» — [[προγραμματισμός]] της πολεοδομικής ανάπτυξης μιας πόλης και, ειδικότερα, [[σχεδιάγραμμα]] το οποίο περιλαμβάνει ολόκληρη την [[έκταση]] μιας πόλης [[μετά]] την προβλεπόμενη [[επέκταση]])<br /><b>2.</b> γραμμικό [[ποίκιλμα]] [[πάνω]] σε ύφασμα, [[χαρτί]] ή [[άλλο]] υλικό<br /><b>3.</b> [[ανάγλυφο]] [[κόσμημα]] [[πάνω]] σε τοίχο ή [[έπιπλο]]<br /><b>4.</b> το [[σχήμα]] σύμφωνα με το οποίο έγινε [[κάτι]], [[τύπος]], [[καλούπι]]<br /><b>5.</b> η αρχική και σε γενικές γραμμές [[διατύπωση]] γραπτού κειμένου η οποία αργότερα υπόκειται σε μεταβολές ή διορθώσεις, [[σχεδιάγραμμα]] (α. «[[σχέδιο]] εκθέσεως» β. «[[σχέδιο]] νόμου» — [[νομοσχέδιο]] που προτείνεται στη [[βουλή]] για [[συζήτηση]] και [[ψήφιση]])<br /><b>6.</b> [[λεπτομερής]] [[καθορισμός]] του τρόπου εκτέλεσης μιας πράξης ή ενός εγχειρήματος («[[σχέδιο]] της διάσωσης τών ναυαγών»)<br /><b>7.</b> [[τρόπος]] εργασίας, [[πρόγραμμα]], [[πλάνο]]<br /><b>8.</b> [[πρόθεση]], [[επιδίωξη]], [[σκοπός]]<br /><b>9.</b> <b>στρ.</b> η [[λεπτομερής]] [[μελέτη]] στρατιωτικής ενέργειας που καταρτίζεται από το [[επιτελείο]] με σκοπό την άμεση ή ενδεχόμενη [[εφαρμογή]] του σε [[περίπτωση]] πολεμικής σύγκρουσης, διεξαγωγής γυμνασίων ή για την [[αντιμετώπιση]] άλλης έκτακτης κατάστασης, λ.χ. καταστρεπτικών σεισμών<br /><b>10.</b> το [[σύνολο]] τών μέτρων που αποσκοπούν στη [[λύση]] δεδομένου οικονομικού προβλήματος ή στην οικονομική [[ανάπτυξη]] χώρας ή περιοχής για μια ορισμένη χρονική περίοδο («πενταετές αναπτυξιακό [[σχέδιο]]»)<br /><b>11.</b> (καλ. τεχν.) η [[τέχνη]] ή η [[τεχνική]] της δημιουργίας εικόνων σε μια [[επιφάνεια]], [[συνήθως]] σε [[χαρτί]], με διάφορα [[μέσα]], όπως [[μελάνι]], γραφίτη, [[κιμωλία]], [[κάρβουνο]] κ.ά., όπου δίνεται [[έμφαση]] περισσότερο στο [[σχήμα]] [[παρά]] στη [[μάζα]] και στο [[χρώμα]]<br /><b>12.</b> <b>φρ.</b> α) «αρχιτεκτονικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> η [[αναπαράσταση]], με τη μέθοδο του γραμμικού σχεδίου, της γραφικής διατύπωσης, της διάταξης και του ύψους ενός οικοδομήματος<br />β) «τεχνικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[σχέδιο]] αποτελούμενο από γραμμές που αναπαριστάνουν επιφάνειες, ακμές και περιγράμματα αντικειμένων και οι οποίες συμπληρώνονται με σύμβολα, με αριθμητικές τιμές τών διαστάσεων και με σημειώσεις<br />γ) «κατασκευαστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> τεχνικό [[σχέδιο]] που περιγράφει το [[αντικείμενο]] με [[πληρότητα]] ως [[προς]] το [[σχήμα]], το [[μέγεθος]], τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν [[καθώς]] και την [[κατεργασία]], ώστε αυτό να μπορεί να παραχθεί [[χωρίς]] [[καμιά]] πρόσθετη [[πληροφορία]]<br />δ) «[[μηχανικό]] [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> τεχνικό [[σχέδιο]] που εκτελείται με τη [[χρήση]] διαφόρων οργάνων παρέχοντας [[έτσι]] μεγαλύτερη [[ακρίβεια]], [[σαφήνεια]] και [[ευκρίνεια]]<br />ε) «εικαστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>αρχιτ.</b> [[σχέδιο]] κατασκευασμένο με μέθοδο προβολής τέτοια ώστε το [[αντικείμενο]] να αναπαριστάνεται όπως [[περίπου]] το βλέπει με τα μάτια του ο [[παρατηρητής]]<br />στ) «λογιστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>(λογιστ.)</b> ο ορθολογικά και με άρτιο τρόπο προδιαγεγραμμένος [[τρόπος]] τυποποίησης της λογιστικής εργασίας γενικά<br />ζ) «[[σχέδιο]] [[πυρός]]»<br /><b>στρ.</b> [[σχέδιο]] επιθετικής ενέργειας με το οποίο καθορίζεται το [[σύνολο]] τών διαθέσιμων δυνάμεων [[πυρός]] του πεζικού, του πυροβολικού και της αεροπορίας, και στη [[συνέχεια]] ο [[χρόνος]] και ο [[τρόπος]] δράσης [[κάθε]] δύναμης [[πυρός]]<br />η) «[[σχέδιο]] επιχειρήσεων»<br /><b>στρ.</b> [[σχέδιο]] του γενικού επιτελείου που προβλέπει, σε όλες τους τις λεπτομέρειες, τα [[μέτρα]] που [[πρέπει]] να ληφθούν για την [[εκτέλεση]] μιας επιχείρησης και για την [[εξασφάλιση]] ενός ευαίσθητου σημείου από [[κάθε]] εξωτερικό ή εσωτερικό κίνδυνο<br /><b>μσν.</b><br />[[υπόδειγμα]] («ταῦτα ὡς ἴνδαλμά τι σχέδιον τῆς ἀσκήσεως», Στουδ. Θεόδ.)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />ο [[αυτοσχέδιος]] [[λόγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[σχέδιος]] «[[αυτοσχέδιος]], [[πρόχειρος]]». Τη λ. δανείστηκε η Λατινική, <b>πρβλ.</b> λατ. <i>schedium</i> με σημ. «[[σχεδίασμα]], [[σχεδιάγραμμα]]» (<b>πρβλ.</b> ιταλ. <i>schizzo</i>, γαλλ. <i>esquisse</i>). Τη σημασιολογική [[εξέλιξη]] του λατ. τ. ακολούθησε και ο ελλ. τ. [[σχέδιο]]]. | |mltxt=το / [[σχέδιον]], ΝΜΑ, και [[σκέδιο]] Ν<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[παράσταση]] ενός αντικειμένου που ήδη υπάρχει ή που πρόκειται να κατασκευαστεί με γραμμές [[πάνω]] σε [[χαρτί]] ή και σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] (α. «ο [[αρχιτέκτονας]] παρέδωσε το [[σχέδιο]] του καινούργιου σπιτιού» β. «[[σχέδιο]] πόλεως» — [[προγραμματισμός]] της πολεοδομικής ανάπτυξης μιας πόλης και, ειδικότερα, [[σχεδιάγραμμα]] το οποίο περιλαμβάνει ολόκληρη την [[έκταση]] μιας πόλης [[μετά]] την προβλεπόμενη [[επέκταση]])<br /><b>2.</b> γραμμικό [[ποίκιλμα]] [[πάνω]] σε ύφασμα, [[χαρτί]] ή [[άλλο]] υλικό<br /><b>3.</b> [[ανάγλυφο]] [[κόσμημα]] [[πάνω]] σε τοίχο ή [[έπιπλο]]<br /><b>4.</b> το [[σχήμα]] σύμφωνα με το οποίο έγινε [[κάτι]], [[τύπος]], [[καλούπι]]<br /><b>5.</b> η αρχική και σε γενικές γραμμές [[διατύπωση]] γραπτού κειμένου η οποία αργότερα υπόκειται σε μεταβολές ή διορθώσεις, [[σχεδιάγραμμα]] (α. «[[σχέδιο]] εκθέσεως» β. «[[σχέδιο]] νόμου» — [[νομοσχέδιο]] που προτείνεται στη [[βουλή]] για [[συζήτηση]] και [[ψήφιση]])<br /><b>6.</b> [[λεπτομερής]] [[καθορισμός]] του τρόπου εκτέλεσης μιας πράξης ή ενός εγχειρήματος («[[σχέδιο]] της διάσωσης τών ναυαγών»)<br /><b>7.</b> [[τρόπος]] εργασίας, [[πρόγραμμα]], [[πλάνο]]<br /><b>8.</b> [[πρόθεση]], [[επιδίωξη]], [[σκοπός]]<br /><b>9.</b> <b>στρ.</b> η [[λεπτομερής]] [[μελέτη]] στρατιωτικής ενέργειας που καταρτίζεται από το [[επιτελείο]] με σκοπό την άμεση ή ενδεχόμενη [[εφαρμογή]] του σε [[περίπτωση]] πολεμικής σύγκρουσης, διεξαγωγής γυμνασίων ή για την [[αντιμετώπιση]] άλλης έκτακτης κατάστασης, λ.χ. καταστρεπτικών σεισμών<br /><b>10.</b> το [[σύνολο]] τών μέτρων που αποσκοπούν στη [[λύση]] δεδομένου οικονομικού προβλήματος ή στην οικονομική [[ανάπτυξη]] χώρας ή περιοχής για μια ορισμένη χρονική περίοδο («πενταετές αναπτυξιακό [[σχέδιο]]»)<br /><b>11.</b> (καλ. τεχν.) η [[τέχνη]] ή η [[τεχνική]] της δημιουργίας εικόνων σε μια [[επιφάνεια]], [[συνήθως]] σε [[χαρτί]], με διάφορα [[μέσα]], όπως [[μελάνι]], γραφίτη, [[κιμωλία]], [[κάρβουνο]] κ.ά., όπου δίνεται [[έμφαση]] περισσότερο στο [[σχήμα]] [[παρά]] στη [[μάζα]] και στο [[χρώμα]]<br /><b>12.</b> <b>φρ.</b> α) «αρχιτεκτονικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> η [[αναπαράσταση]], με τη μέθοδο του γραμμικού σχεδίου, της γραφικής διατύπωσης, της διάταξης και του ύψους ενός οικοδομήματος<br />β) «τεχνικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[σχέδιο]] αποτελούμενο από γραμμές που αναπαριστάνουν επιφάνειες, ακμές και περιγράμματα αντικειμένων και οι οποίες συμπληρώνονται με σύμβολα, με αριθμητικές τιμές τών διαστάσεων και με σημειώσεις<br />γ) «κατασκευαστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> τεχνικό [[σχέδιο]] που περιγράφει το [[αντικείμενο]] με [[πληρότητα]] ως [[προς]] το [[σχήμα]], το [[μέγεθος]], τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν [[καθώς]] και την [[κατεργασία]], ώστε αυτό να μπορεί να παραχθεί [[χωρίς]] [[καμιά]] πρόσθετη [[πληροφορία]]<br />δ) «[[μηχανικό]] [[σχέδιο]]»<br /><b>τεχνολ.</b> τεχνικό [[σχέδιο]] που εκτελείται με τη [[χρήση]] διαφόρων οργάνων παρέχοντας [[έτσι]] μεγαλύτερη [[ακρίβεια]], [[σαφήνεια]] και [[ευκρίνεια]]<br />ε) «εικαστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>αρχιτ.</b> [[σχέδιο]] κατασκευασμένο με μέθοδο προβολής τέτοια ώστε το [[αντικείμενο]] να αναπαριστάνεται όπως [[περίπου]] το βλέπει με τα μάτια του ο [[παρατηρητής]]<br />στ) «λογιστικό [[σχέδιο]]»<br /><b>(λογιστ.)</b> ο ορθολογικά και με άρτιο τρόπο προδιαγεγραμμένος [[τρόπος]] τυποποίησης της λογιστικής εργασίας γενικά<br />ζ) «[[σχέδιο]] [[πυρός]]»<br /><b>στρ.</b> [[σχέδιο]] επιθετικής ενέργειας με το οποίο καθορίζεται το [[σύνολο]] τών διαθέσιμων δυνάμεων [[πυρός]] του πεζικού, του πυροβολικού και της αεροπορίας, και στη [[συνέχεια]] ο [[χρόνος]] και ο [[τρόπος]] δράσης [[κάθε]] δύναμης [[πυρός]]<br />η) «[[σχέδιο]] επιχειρήσεων»<br /><b>στρ.</b> [[σχέδιο]] του γενικού επιτελείου που προβλέπει, σε όλες τους τις λεπτομέρειες, τα [[μέτρα]] που [[πρέπει]] να ληφθούν για την [[εκτέλεση]] μιας επιχείρησης και για την [[εξασφάλιση]] ενός ευαίσθητου σημείου από [[κάθε]] εξωτερικό ή εσωτερικό κίνδυνο<br /><b>μσν.</b><br />[[υπόδειγμα]] («ταῦτα ὡς ἴνδαλμά τι σχέδιον τῆς ἀσκήσεως», Στουδ. Θεόδ.)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />ο [[αυτοσχέδιος]] [[λόγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[σχέδιος]] «[[αυτοσχέδιος]], [[πρόχειρος]]». Τη λ. δανείστηκε η Λατινική, <b>πρβλ.</b> λατ. <i>[[schedium]]</i> με σημ. «[[σχεδίασμα]], [[σχεδιάγραμμα]]» (<b>πρβλ.</b> ιταλ. <i>[[schizzo]]</i>, γαλλ. <i>[[esquisse]]</i>). Τη σημασιολογική [[εξέλιξη]] του λατ. τ. ακολούθησε και ο ελλ. τ. [[σχέδιο]]]. | ||
}} | }} |