Anonymous

κατειλυσπάομαι: Difference between revisions

From LSJ
6_20
(b)
(6_20)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1394.png Seite 1394]] sich herunterwinden, = simpl., Ar. Lys. 722.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1394.png Seite 1394]] sich herunterwinden, = simpl., Ar. Lys. 722.
}}
{{ls
|lstext='''κατειλυσπάομαι''': Παθ. (εἰλεῖν καὶ σπᾶσθαι), τὴν δ’ ἐκ τροχαλίας κατειλυσπωμένην (κατέλαβον) Ἀριστοφ. Λυσ. 722· πρόκειται περὶ γυναικὸς καταβαινούσης ἐκ τῆς ἀκροπόλεως διὰ τῆς τροχαλίας, δηλ. προσδεδεμένη εἰς τὸ ἓν [[ἄκρον]] τοῦ σχοινίου τῆς τροχαλίας ἐφέρετο πρὸς τὰ [[κάτω]] διὰ τοῦ ἰδίου βάρους, ἐν ᾧ ταυτοχρόνως ἐχάλα τὸ ἕτερον [[ἄκρον]] τοῦ σχοινίου [[ὅπερ]] ἐκράτει διὰ τῶν χειρῶν της·- πρβλ. ἰλυσπ-.
}}
}}